fbpx

Λεωφορείο ο πόθος

Μετά την επιτυχημένη συνεργασία τους το καλοκαίρι στο «Ημέρωμα της στρίγγλας», η Κατερίνα Λέχου και ο Τάσος Ιορδανίδης ενώνονται εκ νέου επί σκηνής σε ένα από τα πιο εμβληματικά έργα του 20ου αιώνα. Στο «Λεωφορείο ο πόθος» του Tennessee Williams ερμηνεύουν τους θρυλικούς ρόλους της Μπλανς Ντιμπουά και του Στάνλεϋ Κοβάλσκι υπό την σκηνοθετική καθοδήγηση του Λεβάν Τσουλάτζε στο Θέατρο Άνεσις, παραδίδοντας μία παράσταση στρωτή και άρτια.

Το έργο, αν και γραμμένο το 1947, έχει δίκαια χαρακτηριστεί «κλασικό», κερδίζοντας γρήγορα μία θέση ανάμεσα στα πιο δημοφιλή έργα του Williams και παραδίδοντας δύο ρόλους που κάθε ηθοποιός ονειρεύεται να παίξει. Στην πολύχρωμη, πολυπολιτισμική Νέα Ορλεάνη, που ξεχειλίζει μουσική κι ερωτισμό, καταφθάνει η Μπλανς Ντιμπουά, γόνος ευπρεπούς οικογένειας του Νότου, μία καλλονή που μόλις έχει περάσει το σημείο ακμής της, μία καθηγήτρια Αγγλικών που προτιμά να ζει στον φαντασιακό κόσμο της ποίησης, του ρομαντισμού και της μαγείας˙ μία γυναίκα που έχει ολοένα και μεγαλύτερη ανάγκη από αλκοόλ, για να μπορεί να προσποιείται ότι αγνοεί την πραγματικότητα και που ξαφνικά θα βρεθεί αντιμέτωπη στο σπίτι της αδερφής της με το αντίπαλο δέος: τον ζωώδη ερωτισμό και τους «πρωτόγονους» τρόπους του γαμπρού της, Στάνλεϋ Κοβάλσκι, έναν εργάτη Πολωνικής καταγωγής.

Όταν η Μπλανς αναγκαστεί να παραμείνει στο ελάχιστων τετραγωνικών διαμέρισμα του Στάνλεϋ και της αδερφής της, οι ισορροπίες ανάμεσα στο ζευγάρι θα διαταραχθούν, ενώ η ψυχική και νοητική κατάσταση της Μπλανς θα πάρει την κατιούσα.

lexoy1

Πολλοί αναγνωρίζουν στην Μπλανς την πιο αυτοβιογραφική ηρωίδα του συγγραφέα˙ ενός συγγραφέα γνωστού για την προβληματική σχέση του με το αλκοόλ, την ομοφυλοφιλία και την ευαισθησία του. (Ας μην ξεχνάμε ότι η αδερφή του, Ρόουζ, είχε διαγνωσθεί σχιζοφρενής, υποβλήθηκε σε λοβοτομή το 1943 και έζησε σε ψυχιατρικό ίδρυμα ολόκληρη την ζωή της˙ μάλιστα, μόλις απέκτησε την οικονομική άνεση, ο Tenessee την μετέφερε σε ένα ίδρυμα κοντά στην Νέα Υόρκη, για να μπορεί να την επισκέπτεται.) Η ευθραυστότητα της γυναικείας ψυχής, κάθε ευγενούς, ευαίσθητης ύπαρξης καταδικασμένης σε φριχτή μοναξιά και η τεράστια ανάγκη για την «καλοσύνη των ξένων» είναι η ραχοκοκαλιά του έργου σε συνδυασμό με τον εξαιρετικό του τίτλο. Ο πόθος, που σε μεταφέρει, σε μετατοπίζει εσωτερικά, σε ταξιδεύει˙ το πάθος, το σεξουαλικό ένστικτο και τα ορμέμφυτα που κοντράρουν τον πολιτισμό, τον χώρο της διανόησης και της εκλέπτυνσης και οι δύο αντίρροπες δυνάμεις που ενσαρκώνονται τόσο εύστοχα στα πρόσωπα των δύο πρωταγωνιστών.

Η παράσταση

Είναι πάντοτε ζητούμενο, ειδικά σε ανεβάσματα «κλασικών» έργων, να βρεθεί ο τρόπος εκείνος το έργο να μιλήσει στο κοινό του σήμερα˙ χωρίς απαραίτητα να εκσυγχρονισθεί, να κατορθωθεί πάντως να βρεθεί ένας δρόμος ώστε να αφορά στο τώρα. Από την άλλη, υπάρχουν έργα που αν τα αποκόψεις από τις συνθήκες που τα γέννησαν, τους στερείς κάτι από την βαθύτερη ουσία τους. Η Μπλανς είναι προϊόν της εποχής της: μπορεί η μάχη του θηλυκού με τον χρόνο να είναι αιώνια, σήμερα όμως ουδόλως μία γυναίκα έχει ανάγκη από έναν γάμο και έναν προστάτη όταν περάσει το κατώφλι μιας ηλικίας. Επίσης, τα ταξικά ζητήματα που πραγματεύεται το έργο και οι δύο δυνάμεις που εκπροσωπούν οι δύο πρωταγωνιστές ήταν πολύ εντονότερες τότε από σήμερα. Ίσως γι’ αυτό, οι μικρές πινελιές «εκσυγχρονισμού», (με την χρήση κινητών για παράδειγμα ή του i-pad), να μας ξένισαν και να μην τις θεωρήσαμε πολύ πετυχημένες, ούτε απαραίτητες. Απεναντίας, το αφαιρετικό και καλαίσθητο σκηνικό και τα κοστούμια του Σταύρου Λίτινα, μολονότι δεν παραπέμπουν άμεσα στην εποχή, θα μπορούσαν να λειτουργήσουν δια του μινιμαλισμού και του συμβολικού κόσμου που δημιουργούν, χωρίς να πρέπει απαραίτητα να δηλωθεί ρητά μια εποχή, αφήνοντας έτσι το έργο ανοιχτό και στις δυνάμεις του παρελθόντος, αλλά και στο κοινό του σήμερα. Κατά τον ίδιο τρόπο, η μουσική επένδυση της παράστασης λειτουργούσε έντονα στην δημιουργία ατμόσφαιρας, παρά τις σύγχρονες αναφορές της (όπως με την υπέροχη διασκευή του Creep των Radiohead) όποτε παρέπεμπε στην Αμερική, ενώ η πρωτότυπη μουσική του Θάνου Μικρούτσικου, αν και έξοχη αφ’ εαυτής, ήταν λιγάκι εκτός κλίματος.

Η σκηνοθετική επιλογή του να μεγαλώσει η παρουσία των δεύτερων ρόλων είχε ως αποτέλεσμα να φύγει το focus από την σύγκρουση Μπλανς-Στάνλεϋ και να μετατοπιστεί στην μοναξιά μιας διαφορετικής, ίσως και ξεχωριστής μονάδας, που ο κοινωνικός περίγυρος την παρακολουθεί αμέτοχα (ή ίσως και επιβοηθητικά) να βουλιάζει. Αυτή η επιλογή δεν μας δυσαρέστησε απαραίτητα, καθώς στην διάρκεια εκδίπλωσης της παράστασης ένοιωθες να αυξάνεται βαθμηδόν η μοναξιά της κεντρικής ηρωίδας για να φτάσει το τραγικό σημείο του φινάλε, όμως δυστυχώς, κάτι χάθηκε από το «βάρος» του ρόλου του Στάνλεϋ, του οποίου η παρουσία δεν αποτέλεσε τόσο μεγάλη «δύναμη» όσο η Μπλανς. Τέλος, ο Λεβάν Τσουλάτζε χειρίστηκε έξυπνα τον χώρο, βρίσκοντας πρακτικές λύσεις που ένωναν ωραία το ιδιωτικό με το κοινωνικό, ενώ «ερμήνευσε» εύστοχα κάποιες λεπτομέριες του έργου, δημιουργώντας πολύ όμορφα στιγμιότυπα.

Όσον αφορά στις ερμηνείες, η Κατερίνα Λέχου αναμετρήθηκε με αξιοπρέπεια με έναν από τους δυσκολότερους ρόλους του παγκόσμιου δραματολογίου, χαρίζοντάς μας μερικές αξιομνημόνευτες στιγμές. Ήταν συγκινητικό να την βλέπεις να παραδίδεται ολοένα και περισσότερο στον όλεθρο και ήξερε να διαχειριστεί τις αναλογίες ανάμεσα στην κοκεταρία και την μασκαρεμένη απελπισία. Ο Τάσος Ιορδανίδης στον ρόλο του Κοβάλσκι είχε επίσης μερικές λαμπρές στιγμές, μολονότι συνολικά η αίσθηση της παρουσίας του στο έργο ήταν λιγάκι υποβαθμισμένη. Προσέγγισε τον Στάνλεϋ πιο «γειωμένα» και χωρίς υπερβολές (σε έναν ρόλο που ούτως ή άλλως δεν έχει πολλές διαστρωματώσεις), αλλά μας έλειψε αυτό το κάτι, που τον καθιστά «μαγνητικό» (και προς την Στέλλα και προς την Μπλανς). Ιδιαίτερα ξεχώρισε με την παρουσία του ο Δημήτρης Καπετανάκος στον ρόλο του Μιτς, τόσο πειστικά ερωτοχτυπημένος, που με το βλέμμα και την σωματικότητά του πρόlexoyδιδε ακόμα και το άδηλο του χαρακτήρα του, τις σκέψεις, το παρελθόν, τις εμπειρίες του, τα όριά του… Η επιλογή του να ακούει η Στέλλα μουσική αποδείχθηκε ενδιαφέρουσα, γιατί την ενώνει λιγάκι με την τάση ονειροπόλησης και την επιθυμία διαφυγής της Μπλανς, καθώς επίσης τονώνει την εθελοτυφλία του χαρακτήρα της. Η Τζωρτζίνα Παλαιοθοδώρου κράτησε τις ισορροπίες ανάμεσα στην σχέση της με τον σύζυγο και την αδερφή της, υπονοώντας ότι ίσως ήξερε περισσότερα από αυτά που φανέρωνε, ενώ περνούσε με ευκολία από το ένα συναίσθημα στο άλλο.

Μία έντιμη παράσταση με φιλότιμες προσπάθειες από όλους τους συντελεστές. Μπορεί να μην επέρχεται απογείωση (που ούτως ή άλλως σπάνια συμβαίνει πραγματικά), αξίζει όμως να την δει κανείς ώστε τουλάχιστον να έρθει σε επαφή με ένα από τα αριστουργήματα του παγκόσμιου θεάτρου.

Ειρήνη Μάρκου για το mytheatro.gr

Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές
Σκηνοθεσία: Λεβάν Τσουλάτζε
Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος
Σκηνικά – Κουστούμια: Σταύρος Λίτινας
Εικαστική επιμέλεια: Αλίνα Αναστασιάδη
Φωτογραφία : Μελίνα Δόσιου

ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ :
Κατερίνα Λέχου, Τάσος Ιορδανίδης, Δημήτρης Καπετανάκος, Τζωρτζίνα Παλαιοθοδώρου, Δημήτρης Διακοσάββας, Μαριάνθη Φωτάκη, Αντώνης Βαρθαλίτης

ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ: Τετάρτη 19:30 Πέμπτη 20:00 Παρασκευή 21:00 Σάββατο 21:00
Κυριακή 19:30

Θέατρο Άνεσις Κηφισίας 14 Αμπελόκηποι Τηλ. 210 7488881 & 210 7488882

  • Κριτική: Ειρήνη Μάρκου

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr