fbpx

Είδαμε τον Όρκο της Ευρώπης του Wajdi Mouawad – Κριτική της Παράστασης

Στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, η παράσταση «Ο Όρκος της Ευρώπης», σε σκηνοθεσία του Wajdi Mouawad  με τη Ζιλιέτ Μπινός και ένα πολυσυλλεκτικό διεθνές καστ, δεν προσφέρθηκε ως θεατρικό γεγονός· λειτούργησε ως τελετουργία, ως επίκληση συλλογικής μνήμης, ως απόπειρα να ειπωθεί αυτό που στις κοινωνίες συνήθως αποσιωπάται. Προφανώς η μεγάλη πλειονότητα των θεατών συνέρρευσε στο αργολικό θέατρο για να δεί τη μεγάλη σταρ, και δίκαια. Όμως η Μπινός δεν είχε τον πρωταγωνιστικό ρόλο – τι ωραία έκπληξη θα προσθέσουμε εμείς αυτή! Πρωταγωνιστής ήταν το κείμενο.

  • Κριτική Κάτια Σωτηρίου
  • Ημερομηνία Δημοσίευσης 4/8/2025

Στον  Όρκο της Ευρώπης, οι σφαγές διαδέχονται η μία την άλλη. Στην ηλικία των 8, η Ευρώπη παρακολουθεί με χαρά τους δικούς της να εξοντώνουν τους εχθρούς τους· μάλιστα, υποδεικνύει και δεκαοκτώ κρυμμένα παιδιά για να τα κατασπαράξουν τα σκυλιά… Τότε εμφανίζεται ο αδελφός της: «Μην ξεχάσεις ποτέ τη χαρά που ένιωσες σήμερα βλέποντας τους δικούς σου να σφαγιάζουν παιδιά, γυναίκες και άνδρες που δεν μπορούσαν να αμυνθούν. Αυτή η χαρά είναι σαν ένας σκορπιός που σου καρφώθηκε στη θέση του αιδοίου! Χώσε ένα μαχαίρι σε αυτό το φύλο και ξερίζωσε τις ρίζες αυτής της απέχθειας. Μην ξαναπείς ποτέ: “δεν φταίω εγώ”! Φταις εσύ, γιατί είμαστε υπεύθυνοι για τα συναισθήματά μας! Και επειδή έχεις ευθύνη, εσύ πρέπει να διακόψεις τη μετάδοση του μίσους! Δώσε μου τον όρκο!»
Η Ευρώπη δίνει τον όρκο. Και θα σκοτώσει τα ίδια της τα παιδιά, σαρωμένη από τύψεις.

Το έργο αποφεύγει επιδέξια κάθε χρονική και γεωγραφική ταύτιση. Δεν ονοματίζει σαφείς τόπους, ούτε ενόχους. Έτσι γεννά έναν χώρο καθολικής ευθύνης της Ευρώπης, ένα θεατρικό πεδίο όπου το έγκλημα δεν ανήκει σε άλλους, αλλά πιθανόν σε εμάς. Ο θεατής, στερημένος από τις άνετες κατηγορίες του “εμείς” και “οι άλλοι”, μένει μόνος απέναντι στο ηθικό ερώτημα: τι σημαίνει να σιωπάς; Πώς διασώζεται ή χάνεται η ανθρωπιά; Στον πυρήνα του έργου, δεν υπάρχει καταγγελία αλλά ομολογία, και τούτο είναι το πιο δύσκολο: να σταθείς μπροστά σε ένα έγκλημα και να το αναγνωρίσεις, έστω αν δεν ήσουν ο άμεσος δράστης, αλλά κάποιος που συναίνεσε, κάποιος που σιώπησε. Η συγκλονιστική ατάκα «μόνο όταν ομολογήσουμε το έγκλημα γινόμαστε άνθρωποι» δεν απευθύνεται σε κάποιους – απευθύνεται σε όλους.

Η σκηνοθετική γραμμή του Mouawad λειτουργεί με ακρίβεια , παρά το γεγονός ότι είναι σαφές ότι είναι work in progress, ένα κείμενο που ίσως στο μέλλον συνεχίσει να δουλεύεται. Ναι είναι σαφή τα δραματουργικά κενά και τα λάθη. Οι πιθανές φλυαρίες ή και κάποιες ιδιαίτερα έντονες στιγμές στην αρχή του έργου που δεν προσέφεραν κάτι ( η εκρηκτική εισαγωγή της Μεγάρας με τις βρισιές και τα ουρλιαχτά ίσως δεν ήταν μια καλή δραματουργική ή σκηνοθετική επιλογή). Ωστόσο στη συνέχεια, κάθε λέξη είναι επιλεγμένη ώστε να φέρει βάρος χωρίς στόμφο, κάθε κίνηση υπηρετεί τη λειτουργία μιας μνήμης που δεν θέλει να γίνει θέαμα. Το τετράγωνο, μινιμαλιστικό σκηνικό, οι λιτές καρέκλες και πίνακες, ακόμα και τα τακούνια της Ασίας – ένα ζευγάρι Louboutin που σπάνε– λειτουργούν ως σύμβολα εύθραυστης αυτογνωσίας.

Ο Mouawad  σμιλεύει ένα θέατρο θραυσμάτων, εύθραυστο και επικίνδυνο σαν ναρκοπέδιο. Σαν ηχώ από έναν Λίβανο καταρρακωμένο από τον εμφύλιο, απ’ όπου αναγκάστηκε να δραπετεύσει με την οικογένειά του, το έργο του πάλλεται από μνήμες τραύματος. Στις παραστάσεις του – πολυφωνικές, πολυγλωσσικές, παιγμένες σε ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά, από ηθοποιούς διαφόρων καταβολών – σιγοβράζει μια βία που μοιάζει έτοιμη να εκραγεί ανά πάσα στιγμή. Σαν να μας φωνάζει να κοιταχτούμε κατάματα: τι μπορούμε να κάνουμε, τι είδαμε, τι γνωρίζουμε και σιωπούμε. Χωρίς να πράξουμε. Χωρίς να μιλήσουμε.

Ο πολυεθνικός θίασος ενισχύει αυτό το αίσθημα συλλογικής αφήγησης. Οι χαρακτήρες είναι φωνές, σώματα, θραύσματα μαρτυρίας που συνθέτουν ένα αρχέτυπο: το τραύμα ως διαχρονική, ανθρώπινη συνθήκη.

Η Λεόρα Ρίβλιν  ενσαρκώνει την Ευρώπη ως φορέα συλλογικής εμπειρίας. Με φωνή συχνά στακάτη, άλλες φορές πνιγμένη, με σώμα κουρασμένο, δίχως υπερβολές, φέρνει στη σκηνή τη σιωπή ως πράξη. Δεν αφηγείται μόνο· κουβαλά. Και αυτή η πράξη σωματικής μνήμης – αυτό που οι θεωρητικοί ονομάζουν embodied memory – γίνεται το μέσο μέσω του οποίου ο θεατής μετακινείται από το “παρακολουθώ” στο “συμμετέχω”. Η Ζιλιέτ Μπινός ενσαρκώνει τη γυναίκα από τη Φοινίκη, την διασωθείσα κόρη που πιστεύει στην αγάπη. Με ένα συνδυασμό δύναμης και λυγμού η ερμηνεία της Μπινός έφερε μια αλήθεια και μια εσωτερικότητα σπάνια. Πιστώνεται και τον εκπληκτικό μονόλογο της αγάπης. Η Δανάη Επιθυμιάδη ερμηνεύει την Ελληνίδα στην ίσως πιο έντονη και εξωστρεφή ερμηνεία της παράστασης. Πόσο ενδιαφέρον έχει άραγε σημειολογικά ότι ο Mouawad βάζει την Ελληνίδα να είναι το πρόωρο παιδί της Ευρώπης… που κάθε φορά που προσπαθεί να φτάσει στην όμορφη γέννα της, χάνει το παιδί της..; Τι καίριο πολιτικό σχόλιο…?!  Η Βιολέτ Σοβό ερμήνευσε την γυναίκα από το Κεμπέκ Ζοβέτ ( όνομα εκ του Διός), τον ίσως λιγότερο καλογραμμένο χαρακτήρα του έργου, ωστόσο η ερμηνεία της είχε χιούμορ και απόγνωση ταυτόχρονα.

Η Ντάρια Πισάρεβα στο ρόλο της απεσταλμένης των Ηνωμένων Εθνών Ασίας, φάνηκε αρχικά στιβαρή και σίγουρη, άρχισε όμως σταδιακά να κλονίζεται και να αποκαλύπτει τις ρωγμές που την έφεραν να αποζητά την ομολογία της Ευρώπης: η Ασία  καταγόταν από το χωριό της σφαγής.

Η μικρή Adèle Réto-Lefort, που ερμήνευσε την 8χρονη Ευρώπη λειτούργησε ως μια διαρκής υπενθύμιση της αθωότητας που δυστυχώς δεν εξελίχθηκε ποτέ. Έξοχη η σκηνοθετική χρήση της Adèle Réto-Lefort, με μικρές λεπτομέρειες που υπενθύμιζε συνεχώς τη σφαγή, στην οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο : «Μπορείς να κρυφτείς όσο θες, αλλά ήρθε η ώρα να εμφανιστείς, κοριτσάκι», λέει η γηραιά Ευρώπη στον οκτάχρονο εαυτό της. «Δώσαμε έναν όρκο. Θυμάσαι, Ευρώπη, σε ποιον δώσαμε τον όρκο; Σου μιλώ σε μια γλώσσα που δεν καταλαβαίνεις και εσύ σωπαίνεις σ’ αυτήν τη γλώσσα που δεν τη μιλώ. Τα χρόνια έχουν περάσει κι εσύ είσαι ακόμα αυτό το μαχαίρι το καρφωμένο στον λαιμό μου…».

Ο φωτισμός, λιτός μα δεξιοτεχνικά τοποθετημένος ( τι εκπληκτική η στιγμή που οι δέσμες φωτός ενώθηκαν στον ουρανό ! ) , ενίσχυε την τελετουργική αύρα της παράστασης, σαν μια σιωπηλή προσευχή που απλωνόταν πάνω στη σκηνή. Αίμα φωτός λούζει τις στιγμές κάθαρσης, ενώ σκιές και ημίφως ντύνουν τις αναμνήσεις, τους εφιάλτες, τις τύψεις. Κι όμως, όπως κάθε φορά, ο Mouawad  τολμά τα αδιανόητα. Με μια τρέλα σχεδόν ιερή. Να μιλά σήμερα για συγχώρεση προς τους δήμιους, ως τρόπο να κοπεί επιτέλους η αλυσίδα του αίματος, δεν είναι μικρό πράγμα.

Η σκηνογραφία, αυστηρά περιορισμένη σε σχολικά θρανία και καρέκλες , εκ πρώτης δεν ταίριαζε στην Επίδαυρο. Καμία σημασία δεν είχε. Ο Mouawad  δημιούργησε επί σκηνής την τάξη όπου, 75 χρόνια πριν, διαπράχθηκε η σφαγή των δεκαοκτώ παιδιών και ο βιασμός και βασανισμός των κοριτσιών – αυτή η σχολική τάξη λειτουργούσε σαν ωμή υπενθύμιση. Κι όταν οι καρέκλες εκσφενδονίζονταν με ορμή, η πράξη αυτή συμπύκνωνε όλη τη βία, με μια απλότητα που συνομιλούσε με το κοινό περισσότερο απ’ οποιοδήποτε εφέ.

Υπέροχο το ηχοτοπίο που έστησε ο Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης και ο σχεδιασμός ήχου από την Annabelle Maillard  , και η επιλογή να ακούγονται οι φωνές των ερμηνευτών χωρίς χρήση μικροφώνων στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης .

Αυτό που καθιστά την παράσταση επιστημονικά σημαντική είναι το πώς εμπλέκει το θέατρο με τα πεδία των trauma studies, της πολιτισμικής θεωρίας της μνήμης και της ηθικής φιλοσοφίας. Το έργο δεν απλώς αποτυπώνει ένα τραύμα, αλλά το εκτελεί. Η τέχνη εδώ δεν είναι μέσο φυγής, αλλά κάλεσμα επανεξέτασης. Η θεατρική σύμβαση καταργεί τις αποστάσεις και αποκαλύπτει πως ο μύθος της Ευρώπης, όπως και η ιστορία της, είναι γεμάτος αποσιωπημένες βαρβαρότητες που χρειάζονται φως – όχι για να δικαστούν, αλλά για να ειπωθούν και να ιανθούν. Το ρήγμα δεν μπορεί να γιατρευτεί, αν δεν υπάρξει λόγος. Και εδώ, η παράσταση δεν εκβιάζει τη συγκίνηση – τη μετατρέπει σε πράξη.

«Ο Όρκος της Ευρώπης» δεν κοιτά προς τα πίσω. Είναι μια κραυγή στραμμένη στο τώρα που είναι επείγον. Μια υπόσχεση πως ίσως, μέσα από τη δύναμη της μνήμης και το θάρρος της εξομολόγησης, μπορούμε να θεμελιώσουμε μια Ευρώπη όχι πάνω στην άρνηση και τη λήθη, αλλά πάνω στην αλήθεια. Όχι μια Ευρώπη πλασμένη από μύθους και σιωπές, αλλά μια Ευρώπη της ανάληψης ευθύνης.

Το έργο στέκει σαν προσευχή και σαν κραυγή μαζί – εύθραυστο και δυνατό ταυτόχρονα. Χωρίς να κατονομάζει κανέναν, γιατί οι ένοχοι είναι παντού, απλώνεται σαν σκιά πάνω σε όλους τους σύγχρονους αδελφοκτόνους και γενοκτόνους πολέμους. Για τον Mouawad  , το να δίνεις όνομα στο ανείπωτο είναι ήδη μια πράξη λύτρωσης. Αν τολμήσουμε να ντύσουμε με λέξεις τη φρίκη – τόσο του χθες όσο και του σήμερα – ίσως το αύριο να μπορέσει ξανά να υπάρξει.

«Πρέπει να μπούμε στα παπούτσια του άλλου, να νιώσουμε τον πόνο του άλλου « λέει η Ευρώπη και χαρίζει στις τρείς διασωθείσες κόρες της τρία ζευγάρια παπούτσια. Τα σπασμένα τακούνια του φινάλες δεν είναι φολκλόρ. Είναι οπτική αποτύπωση του τραύματος που δεν ξεπερνιέται με ύφος ή αισθητική, αλλά μόνο με την πράξη της αναγνώρισης. Το τέλος της παράστασης δεν φέρνει κάθαρση – φέρνει ευθύνη.

«Ίσως όλοι μας να γεννηθήκαμε από μια σφαγή. Κάποιες φρίκες να γέννησαν ήρωες, κι ευτυχίες να άνοιξαν τις πόρτες στις χειρότερες φρίκες. Ο καθένας μας είναι το άπειρο της φρίκης και το άπειρο του μεγαλείου. Ένα πλάσμα σαν εμένα, καθρέφτης εκείνων που έσφαξαν στην Ιστορία, μπορεί άραγε να παραμείνει άνθρωπος;» κραυγάζει ο Ζακαρι, ο καταπληκτικός Εμμάνουελ Σβάρτς , σ’ έναν σπαρακτικό τελικό μονόλογο ομολογίας, όρθιος, γυμνός απέναντι στο κοινό. Ένα βλέμμα μέσα στον καθρέφτη της Ιστορίας.

Γιατί αυτή η βαρβαρότητα που φωλιάζει μέσα μας είναι πιο επίμονη, πιο ύπουλη, όταν δεν την ονομάζουμε. Είτε μας αγγίζει ως θύτες είτε ως θύματα. Κι αν υπάρχει κάποια ελπίδα να μην επαναληφθεί ο εφιάλτης, για τον Mouawad   αυτή βρίσκεται στη λυτρωτική δύναμη του λόγου, της αφήγησης. Στη δύναμη του θεάτρου να ραγίζει τις σιωπές και να απελευθερώνει.

Πολύ θα θέλαμε να την ξαναδούμε αυτήν την παράσταση.

Κείμενο και σκηνοθεσία: Wajdi Mouawad
Juliette Binoche: Wediha
Violette Chauveau: Jovette
Δανάη Επιθυμιάδη: Mégara
Daria Pisareva: Assia
Leora Rivlin: Europe
Emmanuel Schwartz : Zacharie
Réto-Lefort : Europe enfant
Σκηνικά: Emmanuel Clolus
Δραματουργία: Charlotte Farcet
Σχεδιασμός φωτισμού: Laurent Schneegans
Μουσική σύνθεση: Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης
Σχεδιασμός ήχου: Annabelle Maillard
Κοστούμια: Isabelle Flosi
Μακιγιάζ-κομμώσεις: Cécile Kretschmar
Βοηθός σκηνοθέτη: Cyril Anrep
Παραγωγή: Φεστιβάλ Αθηνών/Επιδαύρου
Συμπαραγωγή: La Colline – Théâtre National

 

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr