fbpx

Είδαμε τα “Εξι μαθήματα χορού σε έξι εβδομάδες” – Κριτική της Παράστασης

Η παράσταση «Έξι μαθήματα χορού σε έξι εβδομάδες», σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια, παρουσιάζεται στη σκηνή του Πτι Παλαί, με τη Ρένη Πιττακή να συναντά και πάλι τη μοναχική Λίλυ, έναν ρόλο για τον οποίο ξεχώρισε και επαινέθηκε ιδιαίτερα, αυτή τη φορά με παρτενέρ – δασκάλο χορού Μάικλ,  βρίσκεται ο Κώστας Βασαρδάνης.

  • Κριτική Κάτια Σωτηρίου
  • Ημερομηνία Δημοσίευσης 22/12/2025

Το «Έξι μαθήματα χορού σε έξι εβδομάδες» του Ρίτσαρντ Άλφιερι είναι ένα έργο που στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη δύναμη των χαρακτήρων του. Αφηγείται την ιστορία δύο μοναχικών και εντελώς διαφορετικών ανθρώπων, που αναπτύσσουν μία απρόβλεπτη και ιδιαίτερη σχέση. Η αστή Λίλυ καλεί τον νεαρό χορευτή Μάικλ να της παραδώσει κατ’ οίκον μαθήματα χορού. Μέσα από το βαλς, το σουίνγκ, το τσάρλεστον, το φλαμένγκο, το ροκ εντ ρολ και το τάνγκο, βλέπουμε πώς οι αταίριαστοι φαινομενικά κόσμοι τους έρχονται κοντά.

Η Ρένη Πιττακή είχε πρωταγωνιστήσει στο πρώτο ανέβασμα αυτής της παράστασης πριν 17 χρόνια, πάλι σε σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια. Με δύο πρόσωπα επί σκηνής, όλα παίζονται στο επίπεδο της ερμηνείας: στον διάλογο, στην κλιμάκωση, στις μικρές ψυχολογικές λεπτομέρειες που αποκαλύπτουν τον εσωτερικό κόσμο των πρωταγωνιστών, κάτι απο ακολουθεί και σέβεται απόλυτα η σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια.  Στην πρόσφατη παράσταση του Θέατρου Petip Palais, η Πιττακή και ο Βασαρδάνης αναλαμβάνουν να δώσουν ζωή σε αυτό το ιδιαίτερο υλικό — και το αποτέλεσμα είναι μια τρυφερή, συχνά συγκινητική, αλλά και με χιούμορ αφήγηση δύο ανθρώπων που, παρά τις διαφορές τους, συναντιούνται εκεί όπου όλοι είμαστε ευάλωτοι: στη μοναξιά και στην ανάγκη για επαφή.

Όταν δάσκαλος και “μαθήτρια”  συναντιούνται, δεν συνυπάρχουν απλώς επί σκηνής· συναντιούνται σαν δύο παράλληλες γραμμές που για μια στιγμή αγγίζονται. Τα μαθήματα χορού δεν λειτουργούν ως τεχνικά μαθήματα· είναι τελετουργίες εξομολόγησης. Τα βήματα δεν γίνονται ποτέ αυτοσκοπός: λειτουργούν σαν αφορμή ώστε δυο ξένοι να ξεγυμνώσουν τις πανοπλίες τους . Το νόημα του έργου αναδύεται όχι μέσα από μεγάλα γεγονότα, αλλά μέσα από τις μικρές μετατοπίσεις. Ο Άλφιερι μιλά για τη μοναξιά όχι ως δραματική συνθήκη αλλά ως καθημερινό βάρος, για την απώλεια όχι ως τραγωδία αλλά ως διαρκή συνοδοιπόρο. Στο κέντρο βρίσκεται η ανάγκη για σύνδεση — μια ανάγκη που ούτε η ηλικία, ούτε οι προκαταλήψεις, ούτε το κοινωνικό βλέμμα μπορούν να ακυρώσουν.

Κι εκεί που νομίζεις ότι παρακολουθείς μια απλή ιστορία γνωριμίας και συντροφικότητας, η παράσταση σού θυμίζει κάτι πιο βαθύ: ότι η τρυφερότητα είναι πράξη θάρρους. Η Πιττακή και ο Βασαρδάνης το αποδεικνύουν με συνέπεια. Δύο ηθοποιοί με εντελώς διαφορετική ενέργεια χτίζουν μια σχέση που γίνεται ολοένα πιο εύθραυστη και πιο δυνατή ταυτόχρονα. Δεν υπάρχει τίποτα επιτηδευμένο στη χημεία τους· είναι σαν να βλέπεις δύο όργανα που αρχικά ταιριάζουν από σύμπτωση και τελικά συγχρονίζονται από αμοιβαία ανθρώπινη ανάγκη.

Η μεγάλη κυρία του θεάτρου μας, Ρένη Πιττακή δημιουργεί μια Λίλυ γεμάτη αντιφάσεις: εύθραυστη αλλά και δυναμική, κλειστή αλλά και πρόθυμη να αφεθεί, αυστηρή αλλά με μια γλυκύτητα που αναδύεται χωρίς να γίνεται μελό. Η ερμηνεία της διακρίνεται για τον έλεγχο, την ακρίβεια και τη λεπτομέρεια. Κάθε παύση, κάθε βλέμμα, κάθε μικρή μετατόπιση στο σώμα της έχει δραματουργικό βάρος. Η Πιττακή δεν υποδύεται μια «τυπική ηλικιωμένη κυρία»· δημιουργεί έναν χαρακτήρα που κουβαλά τις μνήμες, τις ενοχές και τις αναστολές μιας ζωής που ίσως θα ήθελε να είχε ζήσει διαφορετικά. Μέσα από την υποδόρια ένταση με την οποία αποκαλύπτει την ιστορία της Λίλυ, επιτρέπει στο κοινό να αισθανθεί τη σιωπηλή θλίψη της, αλλά και το πείσμα της να συνεχίσει να ζει με αξιοπρέπεια.

Φωτογραφία από την επίσημη πρεμιέρα ( © Ελπίδα Μουμουλίδου)

Ο Μάικλ του Βασαρδάνη εισβάλλει στη ζωή της —και στη σκηνή— με εντελώς διαφορετική ενέργεια. Θυμίζει άνθρωπο που μαθαίνει να χαμογελά μέσα από τα συντρίμμια των προσδοκιών του. Ο ηθοποιός δίνει στο σώμα του μια σχεδόν χορευτική νευρικότητα, σαν να προσπαθεί να μείνει πάντα ένα βήμα μπροστά από τις απογοητεύσεις που τον ακολουθούν. Το χιούμορ του δεν είναι απλώς τρόπος να κερδίσει το κοινό· είναι η πιο λεπτή του άμυνα. Την ίδια στιγμή, ο Βασαρδάνης αφήνει να διαφανούν στιγμές αθωότητας που δεν έχει χάσει, όσο κι αν προσπαθεί να τις κρύψει. Μέσα από αυτό το παιχνίδι αντιθέσεων το πορτρέτο του Μάικλ αποκτά βάθος: ένας άνθρωπος που κουβαλά όνειρα φθαρμένα από τη χρήση, αλλά όχι ακόμη σβησμένα.

Το Έξι μαθήματα χορού σε έξι εβδομάδες σκηνοθετείται από τον Ζουλια με ξεκάθαρη πρόθεση και μια αισθητή ένταση ανάμεσα στους δύο χαρακτήρες, που πετυχαίνει μια κάποιες φορές ανήσυχη ισορροπία ανάμεσα στο ασεβές χιούμορ και την ειλικρινή συμπόνια. Θα θέλαμε τα μουσικά – χορευτικά βίντεο ιντερμέδια να είναι πιο σύντομα ωστόσο γιατί κουράζουν. Πολύ λειτουργικά τα σκηνικά της Άννας Ζούλια, και οι φωτισμοί της παράστασης (Μελίνα Μάσχα).

Στο σύνολο της είναι μια παράσταση πολύ τρυφερή. Αυτό που μένει δεν είναι το χιούμορ ή τα βήματα του χορού. Είναι η αίσθηση πως είδαμε δύο ανθρώπους να συναντιούνται αληθινά. Να αποκαλύπτουν ο ένας στον άλλον την κρυμμένη ευαλωτότητα που όλοι, λίγο πολύ, κουβαλάμε. Η παράσταση δεν διεκδικεί μεγαλείο — κι ίσως ακριβώς γι’ αυτό καταφέρνει να γίνει τόσο ανθρώπινη.

Συντελεστές

Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος

Σκηνοθεσία: Πέτρος Ζούλιας

Σκηνικά: Άννα Ζούλια

Κοστούμια: Νίκος Χαρλαύτης

Χορογραφία: Φώτης Διαμαντόπουλος

Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα

Video art: Παντελής Μάκκας

Βοηθός Σκηνοθέτη : Απόστολος Καζαμίας

Φωτογραφίες: Γιώργος Καπλανίδης

Παίζουν: Ρένη Πιττακή, Κώστας Βασαρδάνης

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr