fbpx

Είδαμε τα “Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού” – Κριτική της Παράστασης

Το πολυβραβευμένο θεατρικό έργο του Μαρκ Μέντοφ «Τα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού» παρουσιάζεται στο θέατρο Άλφα Ληναίος Φωτίου, σε σκηνική διασκευή και σκηνοθεσία από τοΔημοσθένη Παπαδόπουλο.

  • Κριτική Κάτια Σωτηρίου
  • Ημερομηνία Δημοσίευσης 19/11/2025

Το θεατρικό έργο του Μαρκ Μέντοφ «Σάρα – Τα παιδιά ενός κατώτερου θεού» γράφτηκε το 1979 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Playwright’s Lab του Πανεπιστημίου του Νέου Μεξικού, όπου ο Μέντοφ εργαζόταν ως δραματουργός και προΐστατο του Τμήματος Δραματικής Τέχνης.  Το έργο απέσπασε σημαντικές διακρίσεις: Tony Award καλύτερου έργου (1980), καθώς και βραβεία Drama Desk και Outer Critics Circle. Οι δύο πρωταγωνιστές τιμήθηκαν με τα Tony ερμηνείας για τους ρόλους τους, ενώ και ο σκηνοθέτης αναγνωρίστηκε με σχετικό βραβείο. Στην Ελλάδα, η πρώτη του παρουσίαση έγινε τη σεζόν 1980-81 στο θέατρο Σούπερ Σταρ, από τον θίασο της Έλλης Λαμπέτη. Η μετάφραση ήταν του Παύλου Μάτεσι και η σκηνοθεσία του Παντελή Βούλγαρη. Η Λαμπέτη υποδύθηκε τη Σάρα και ο Λευτέρης Βογιατζής τον Τζέιμς. Η συγκεκριμένη παράσταση αποτέλεσε και την τελευταία θεατρική εμφάνιση της Λαμπέτη.

Η φετινή παρουσίαση του έργου «Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού» στο Θέατρο Άλφα δεν είναι μόνο μια ακόμη θεατρική απόδοση ενός κλασικού κειμένου. Είναι μια προσέγγιση που θέτει ξανά στο κέντρο τον άνθρωπο, τη γλώσσα, την ανάγκη για επικοινωνία και την παγίδα του τι πραγματικά σημαίνει η κατανόηση του άλλου. Η παράσταση δεν στηρίζεται σε θεαματικές σκηνοθετικές ιδέες. Στηρίζεται στο έργο και στους ανθρώπους που το υπηρετούν.

Το έργο εστιάζει στη σχέση του Παύλου (Τζέιμς), ενός καθηγητή κωφών που μιλούν, και της  Μαρίας (Σάρα), μιας νεαρής κωφής γυναίκας που έχει απορρίψει την ομιλία ως τρόπο επικοινωνίας. Η σύγκρουση ανάμεσά τους χτίζεται γύρω από το δικαίωμα του καθενός να ορίζει τον εαυτό του, αλλά και την ανάγκη που έχουμε όλοι για σύνδεση. Η νέα παραγωγή του Άλφα καταφέρνει να φέρει αυτή τη σύγκρουση στην πρώτη γραμμή, με τρόπο άμεσο και φορτισμένο.

Η κώφωση δεν είναι απλώς η απουσία ακοής· είναι ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος, ένας κόσμος σιωπής που, όμως, πάλλεται από ήχους με διαφορετικό τρόπο. Η Μαρία η κωφή πρωταγωνίστρια του έργου, αρνείται κατηγορηματικά να εκφραστεί με ήχους. Αντί γι’ αυτό, μιλά με το σώμα της, με κινήσεις, εκφράσεις και σιωπές που αποκαλύπτουν όσα αισθάνεται: την οργή της, τον πόνο της απόρριψης, την ανάγκη της για αποδοχή, την αγάπη της για τον άλλον, τη δύναμη να υπερασπίζεται την αλήθεια της, αλλά και την αργή, δύσκολη συμφιλίωση με τον «ομιλούντα κόσμο» μέσα από τον έρωτα.

Η Μαρία είναι κλεισμένη στον δικό της εσωτερικό κόσμο, στιγματισμένη από την κοινωνική ταμπέλα του «μειονεκτήματος». Τίποτα δεν φαίνεται ικανό να την κάνει να αρθρώσει λόγο , ούτε καν ο βαθύς της έρωτας για τον καθηγητή ορθοφωνίας, Παύλου, ο οποίος προσπαθεί να την εντάξει στον δικό του «φυσιολογικό» κόσμο. Μα η αληθινή αγάπη δεν προσπαθεί να αλλάξει τον άλλον· τον αποδέχεται όπως είναι. Είναι προσπάθεια να πλησιάσεις τον άλλο και να του δείξεις τον αληθινό σου εαυτό, όχι την εικόνα που θα ήθελες να παρουσιάσεις. Είναι αποδοχή των ελαττωμάτων και της διαφορετικότητας, χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς όρους.

Η σκηνοθεσία του Δημοσθένη Παπαδόπουλου δίνει ένα γρήγορο ρυθμό στην παράσταση ,με συνεχείς εναλλαγές σκηνών, ελάχιστα σκηνικά, και video wall προβολές, αλλά κυρίως επιλέγει να αφήσει τις ερμηνείες να αναπνεύσουν. Οι ηθοποιοί έχουν χώρο να κινηθούν, να κάνουν παύσεις, να αναδείξουν τις λεπτομέρειες του ρόλου. Οι φωτισμοί αλλάζουν διακριτικά, σαν σκόπιμα να λένε πως τίποτα δεν πρέπει να αποσπάσει από τη σχέση των πρωταγωνιστών. Η παράσταση δεν επιβάλλεται στο κοινό της. Προσφέρει χώρο να παρατηρήσεις, να νιώσεις, να καταλάβεις.

Η σκηνοθεσία διατηρεί την ισορροπία που χρειάζεται για να πηγάσει η συγκίνηση αβίαστα, μέσα από τη σύγκρουση δύο κόσμων που προσπαθούν να συναντηθούν. Και για αυτό το λόγο μια από τις πιο ξεχωριστές πτυχές της παράστασης είναι η απόφαση να παρουσιαστεί το έργο ταυτόχρονα σε δύο γλώσσες. Οι ηθοποιοί κινούνται με φυσικότητα ανάμεσα στον προφορικό λόγο και τη νοηματική γλώσσα (διδασκαλία Αρτεμησία Παντελάκη, σε συνεργασία με την Άννα Λιάκου). Αυτή η επιλογή είναι σημαντική τόσο σκηνοθετικά όσο και δραματουργικά αφού υπενθυμίζει πως η ουσία της επικοινωνίας βρίσκεται στην κατανόηση του άλλου, την προσπάθεια σύνδεσης μας με τον άλλο.

Η έξοχη ερμηνεία της Ευσταθίας Τσαπαρέλη αποτελεί το συναισθηματικό κέντρο της παράστασης. Από την πρώτη κιόλας στιγμή, ο τρόπος που κινείται στη σκηνή αποκαλύπτει μια γυναίκα που δεν αμφισβητεί την ταυτότητά της, αλλά αμφισβητεί συνεχώς το βλέμμα των άλλων πάνω της. Η χρήση της νοηματικής γίνεται μέσο έκφρασης που δεν έχει τίποτα μηχανικό. Στο πρόσωπό της διαβάζονται οι σκέψεις πριν καν ολοκληρωθεί η κίνηση του χεριού. Η ηθοποιός καταφέρνει να αποδώσει τη Μαρία όχι ως σύμβολο αλλά ως άνθρωπο. Γελά, θυμώνει, φοβάται, προστατεύει τον εαυτό της με έναν τρόπο που δεν μοιάζει ποτέ με κατασκευή.

Δεν περιορίζεται όμως στη σιωπή της. Υπάρχουν στιγμές όπου η εσωτερική της ένταση είναι τόσο δυνατή που «ακούγεται». Οι παύσεις της είναι από τις πιο εκφραστικές στιγμές της παράστασης. Δεν είναι κενά, είναι χώροι όπου ο θεατής καταλαβαίνει τι σημαίνει να ζεις σε έναν κόσμο που μιλά ασταμάτητα, αλλά δεν ακούει πραγματικά. Η συνεργασία της με τον Παύλο γίνεται πεδίο όπου η ίδια διεκδικεί χώρο, χωρίς να χάνει την ευγένεια και τη λεπτότητα της προσωπικότητάς της. Είναι μια ερμηνεία που ισορροπεί ανάμεσα στη δύναμη και στην ευαλωτότητα με τρόπο αφοπλιστικό.

Ο Πάρης Θωμόπουλος στο ρόλο του Παύλου παραδίδει μια ερμηνεία με ρυθμό, και καθαρότητα, χωρίς να κρύβει τις στιγμές αμηχανίας που έχει ο ήρωας. Ο ρόλος του θα μπορούσε εύκολα να διολισθήσει σε έναν «καλοπροαίρετο σωτήρα» που θέλει να διορθώσει ό,τι θεωρεί λάθος. Εδώ όμως βλέπουμε έναν άνθρωπο που παλεύει με τις δικές του αντιφάσεις. Σε ορισμένες σκηνές, όπως στην πρώτη μεγάλη τους σύγκρουση για το δικαίωμα της Μαρίας στην αυτοδιάθεση, ο ηθοποιός καταφέρνει να βγάλει προς τα έξω το εσωτερικό άγχος του Παύλου, την αγωνία του να κάνει το «σωστό» και την αδυναμία του να αναγνωρίσει ότι ίσως δεν γνωρίζει τι σημαίνει αυτό.  Είναι μια ερμηνεία που δεν επιδεικνύεται, απλώς υπάρχει και στηρίζει ουσιαστικά τη δράση. Ωστόσο, είναι και μια ερμηνεία που δεν στερείται απαιτήσεων, καθώς η Μαρία επικοινωνεί αποκλειστικά μέσω της νοηματικής γλώσσας, κάτι που σημαίνει πως ο συμπρωταγωνιστής της καλείται να μεταφέρει στον θεατή και τα λόγια της—να γίνει η φωνή και των δύο.

Δίπλα τους, οι ηθοποιοί που πλαισιώνουν το καστ δημιουργούν ένα περιβάλλον ζωντανό και ανθρώπινο. Ο Μιχάλης Γεωργακόπουλος, ως διευθυντής του σχολείου αποδίδει το ρόλο του με ωριμότητα και ψυχραιμία. Η παρουσία του βοηθά να αναδειχθεί το σύστημα μέσα στο οποίο εγκλωβίζονται οι χαρακτήρες. Συγκινητική η  Άντρια Ράπτη στο ρόλο της μητέρας που καλείται να επαναπροσδιορίσει τη σχέση της με την κόρη της. Ο Δημήτρης Δεληγιάννης στο ρόλο του μαθητή που προσπαθεί να διεκδικήσει αυτονόητα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα για τους κωφούς είναι εξαιρετικός. Κάπως πιο αδύναμη ερμηνευτικά ανά στιγμές η Σοφία Σίμου, ωστόσο  όλοι οι δευτερεύοντες χαρακτήρες συμβάλλουν στην αίσθηση ρεαλισμού που χρειάζεται το έργο για να λειτουργήσει. Κανείς δεν φαίνεται να ξεφεύγει από την σκηνοθετική ισορροπία και καμία σκηνή δεν δείχνει υπερβολική.

Συνολικά, η παράσταση «Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού» στο Θέατρο Άλφα είναι γεμάτη ευαισθησία, και αλήθεια., μια παράσταση που συγκινεί και προβληματίζει, αλλά ταυτόχρονα διαθέτει χιούμορ και θεατρική ένταση.  Και σε ένα έργο που μιλά για την επικοινωνία, είναι όμορφο που η μεγαλύτερη επιτυχία της παράστασης είναι ότι καταφέρνει να ακουστεί, με τρόπο άμεσο, ουσιαστικό και ανθρώπινο.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Σκηνοθεσία – απόδοση κειμένου: Δημοσθένης Παπαδόπουλος

Βοηθός Σκηνοθέτη: Λίνα Μπότη

Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης

Εκμάθηση Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας: Αρτεμησία Παντελάκη, σε συνεργασία με την Άννα Λιάκου (Διερμηνέας ΕΝΓ)

Φωτογραφίες : Χάρης Γερμανίδης

Επικοινωνία: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου | Art Ensemble

Παραγωγή: Τάσος Ιορδανίδης

Παίζουν: Ευσταθία Τσαπαρέλη, Πάρης Θωμόπουλος, Άντρια Ράπτη, Μιχάλης Γεωργακόπουλος, Δημήτρης Δεληγιάννης, Σοφία Σίμου

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr