fbpx

Είδαμε το “Misery” στο Θέατρο Άνεσις – Κριτική της Παράστασης

Η θεατρική διασκευή του «Misery» στο Θέατρο Άνεσις φέρνει στη σκηνή έναν από τους πιο σκοτεινούς και ψυχολογικά φορτισμένους κόσμους που έχει δημιουργήσει ο Στίβεν Κινγκ. Η παράσταση δεν βασίζεται σε φθηνό τρόμο, ούτε σε εύκολες εντάσεις. Αντίθετα, ψάχνει και αναδεικνύει τον πυρήνα του έργου: την αρρωστημένη εξάρτηση, την ανάγκη για έλεγχο και τον τρόμο που γεννιέται όταν ένας άνθρωπος παύει να ανήκει στον εαυτό του.

  • Κριτική Κάτια Σωτηρίου
  • Ημερομηνία Δημοσίευσης 24/11/2025

Η ιστορία παραμένει ουσιαστικά η ίδια με εκείνη που γνωρίζουμε απο το βιβλίο του Κινγκ. Ο διάσημος συγγραφέας Πολ Σέλντον τραυματίζεται σοβαρά σε ένα ατύχημα και ξυπνά στο σπίτι της Άννι Γουίλκς. Εκείνη δηλώνει «η νούμερο ένα θαυμάστριά του». Στην αρχή μοιάζει με σωτήρα, αλλά όσο περνούν οι σκηνές, το ενδιαφέρον της μετατρέπεται σε εμμονή. Η αφοσίωση γίνεται παγίδα και το σπίτι της μετατρέπεται σε φυλακή. Ο Πολ βιώνει τον κλασικό τρόμο του Κινγκ: δεν κινδυνεύει από ένα τέρας ή μια υπερφυσική δύναμη, αλλά από την αστάθεια ενός ανθρώπου που θεωρεί πως έχει «δικαίωμα» πάνω του.

Το Misery δεν είναι απλώς έργο τρόμου· είναι ένα αγκάθι που εισχωρεί αργά και σταθερά στο δέρμα του θεατή. Χτίζει, με επιδεξιότητα και ακινησία, ένα σκηνικό ασφυξίας και αναμονής, ένα πεδίο ψυχολογικής εξάντλησης, μέσα στο οποίο οι ήρωες ακροβατούν στα όριά τους και μοιάζουν να χρειάζονται ο ένας τον άλλο για όλους τους λάθος λόγους. Ο Stephen King μεταφέρει τις προσωπικές και συγγραφικές του ανησυχίες και στο Misery , όπως και σε άλλα έργα του, με αποκορύφωμα φυσικά τη «Λάμψη», ωστόσο εδώ θεματικά, όλα περιστρέφονται γύρω από την επιβίωση και την παγίδευση. Ο Πολ επιστρατεύει κάθε ίχνος ψυχικής αντοχής για να αντέξει όσα τον αναγκάζει να βιώσει η Άννι. Η συνείδηση του γίνεται ένας ασταμάτητος αγώνας για να κρατηθεί ζωντανός μέσα σε μια αλληλουχία απλών καταστάσεων που οδηγούν στον απόλυτο τρόμο, μια συμπτωματική για εκείνον «δυστυχία» (misery) που όμως αποτελεί μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ο ρόλος της Annie Wilkes έχει υπάρξει αντικείμενο θεατρικής και ψυχολογικής ανάλυσης. Η οριακή της ταυτότητα και η σχιζοειδής παλινδρόμηση της συμπεριφοράς της εγείρουν ερωτήματα: ποια πληγή γέννησε αυτό το σκοτεινό πορτρέτο; Ήταν τα τραύματα μιας αθέατης παιδικής ηλικίας; Η παθολογική προσκόλληση στην ηρωίδα των μυθιστορημάτων, τη Misery; Σε συνδυασμό με την παντελή απουσία τύψεων για τους ανθρώπους που έχει σκοτώσει, ο μάστερ της ψυχολογικής ανάλυσης, Stephen King, μας δίνει την εικόνα μιας γυναίκας επικίνδυνα αποκομμένης από την πραγματικότητα. Ένα πλάσμα που πλέει σε σκοτεινά νερά, δίχως άγκυρα, δίχως σταθερό σημείο αναφοράς—μια παρουσία που προκαλεί δέος και τρόμο πολύ περισσότερο από τον κλόουν Pennywise στο “Αυτό”,  επειδή ακριβώς η ανθρώπινη λογική της έχει χαθεί σε έναν κόσμο που μοιάζει μόνο δικός της.

Στην παράσταση του Άνεσις, η Άννι δεν εμφανίζεται ως γραφική αποτύπωση της «παρανοϊκής γυναίκας», αλλά ως μια βαθιά πληγωμένη ύπαρξη με μια στρεβλή, σχεδόν τραγική ανάγκη για σύνδεση. Η σκηνοθετική προσέγγιση, σε συνδυασμό με την έξοχη ερμηνεία της Κομνηνού, φωτίζει τις παιδικές αποχρώσεις του χαρακτήρα της, την εύθραυστη ψυχή της, την αδυναμία της να σταθεί απέναντι στην πραγματικότητα με σταθερότητα

Η Φιλαρέτη Κομνηνού που υποδύεται την Άννι παραδίδει μια άψογα μελετημένη ερμηνεία συμπεριφοριστικά, χτίζοντας ένα πορτρέτο βαθιά ανθρώπινο, και ως εκ τούτου απόλυτα τρομακτικό. Η εμμονή της δεν πηγάζει αποκλειστικά από οργή· κυοφορείται από έναν διαρκή, καταβροχθιστικό φόβο—τον φόβο της εγκατάλειψης, τον φόβο ότι ο συγγραφέας θα αφήσει όχι μόνο εκείνη, αλλά και το λογοτεχνικό ήρωα, τη Misery, στην οποία έχει προβάλει την ίδια της την ταυτότητα μετά την απώλεια της μάνας της. Αυτή η ψυχολογική ανάγνωση της Άννι καθίσταται το επίκεντρο της παράστασης, ένας φακός μέσα από τον οποίο επαναξιολογούνται τα γεγονότα και οι πράξεις της.

Η μετάβαση της Κομνηνού από την ηρεμία στην έκρηξη και από την τρυφερότητα στον σαδισμό είναι σταδιακή, σχεδόν υπνωτιστική. Η ηθοποιός δουλεύει σε λεπτομέρειες: στο βλέμμα που παγώνει σε μια στιγμή παραλογισμού, στη φωνή που αλλάζει χροιά όταν μιλά για το «αγαπημένο της έργο», στα ξαφνικά ξεσπάσματα που μοιάζουν περισσότερο με κραυγές ενός πληγωμένου παιδιού παρά με επιθέσεις ενός κακού χαρακτήρα. Η Κομνηνού μετακινείται ανάμεσα σε αυτά τα δύο συναισθηματικά άκρα με τέτοια υπόγεια αρμονία, ώστε, καθώς η παράσταση εξελίσσεται, κάθε της λέξη φορτίζεται με μια σιωπηλή, ανατριχιαστική απειλή.

Το σώμα της κινείται με τρόπο που φανερώνει μια διαρκή εσωτερική πάλη. Και όταν χάνει τον έλεγχο, ο τρόπος που αλλάζει η στάση της είναι τόσο έντονος ώστε ο θεατής νιώθει πραγματικά φόβο. Δεν παίζει τη «μανιακή» Άννι. Παίζει έναν άνθρωπο που δεν έχει πού να ακουμπήσει την ανάγκη του να αγαπήσει. Το πρόσωπό της Κομνηνού  αφηγείται την ιστορία με την ίδια ένταση και ακρίβεια που το κάνει η φωνή της, και κάθε μικρή δόνηση, κάθε ανεπαίσθητη μεταβολή της έκφρασης κατατίθεται με πρόθεση, σαν μια σιωπηλή ατάκα που διαπερνά τη σκήνη.

Απέναντί της, ο Αναστάσης Ροιλός που ενσαρκώνει τον Πολ Σέλντον χτίζει έναν χαρακτήρα με υπομονή και προσοχή. Ο Στίβεν Κινγκ με το Μιζερι κοιτάει κατάματα τον συγγραφικό εαυτό του, και δημιουργεί με τον Σελντον ένα alter ego με το οποίο μοιράζεται τις φοβίες και τις ανασφάλειες που βασάνιζαν το ούτως ή άλλως πολυσύνθετο πνεύμα του. Αν και νεαρότερος από το αναμενόμενο – δύσκολα θα μπορούσαμε σε πρώτο επίπεδο να δεχθούμε ότι ένας τόσο νέος δημιουργός αισθάνεται ήδη εγκλωβισμένος συγγραφικά – ο Ροιλός χτίζει τον Σέλντον του μεταξύ του φόβου και της σαγηνευτικής του αύρας καταφέρνοντας να μεταδώσει σε μεγάλο βαθμό όλα αυτά τα καλλιτεχνικά άγχη. Ο ρόλος του έχει τη δυσκολία ότι είναι περιορισμένος σωματικά, ωστόσο καταφέρνει ερμηνευτικά να αποφύγει την παγίδα της υπερβολής και να διαχειριστεί με στιβαρότητα τον φόβο, την οργή και την ανάγκη του ήρωα του να επιβιώσει.  Σε πολλές στιγμές, ο θεατής νιώθει τη σκέψη του να τρέχει, την αγωνία του να μείνει ψύχραιμος για να μην πυροδοτήσει άλλο ένα επεισόδιο της Άννι.

Η χημεία μεταξύ των δύο ηθοποιών είναι απόλυτα λειτουργική. Η παράσταση δεν θα στεκόταν χωρίς αυτή την αλληλεπίδραση που διαρκώς αλλάζει μορφή: φόβος, χειραγώγηση, ψεύτικη τρυφερότητα, στιγμιαία ελπίδα και ξανά υπενθύμιση ότι η ισορροπία είναι εύθραυστη. Η ένταση ανάμεσά τους χτίζεται αργά και σταθερά μέχρι το τελικό ξέσπασμα. Σωστός στον υποστηρικτικό ρόλο του ως σερίφη ο Ευθύμης Χρήστου.

Η σκηνοθεσία της Έλενας Καρακούλη κρατά χαμηλούς τόνους και αφήνει τους ηθοποιούς να φέρουν το βάρος της ιστορίας. Οι φωτισμοί (Νίκος Βλασσόπουλος) παίζουν μεγάλο ρόλο στο ψυχολογικό κλίμα. Οι σκιές, οι αιφνίδιοι φωτισμοί και οι σκοτεινές γωνίες του σκηνικού δημιουργούν τον κλειστοφοβικό κόσμο στον οποίο παγιδεύεται ο Πολ. Το σκηνικό (Εύα Μανιδάκη) ξεδιπλώνεται σε πολλαπλά επίπεδα, σαν μια θεατρική μακέτα που ζωντανεύει. Σαν να κοιτάζει κανείς μέσα από το παράθυρο ενός υπνοδωματίου, του κυρίου σκηνικού χώρου, με το κρεβάτι να δεσπόζει ως οπτικός και ψυχολογικός άξονας. Πίσω του, ένα ημιτελές διαχωριστικό τοίχωμα αποκαλύπτει την κουζίνα, ενώ η πόρτα δεξιά δίνει την αίσθηση ότι η Αννι  χάνεται στα ενδότερα του σπιτιού.

Η παράσταση δεν κυνηγάει τον τρόμο. Κυνηγάει αλήθεια. Και τελικά, αυτό είναι που την κάνει τόσο αποτελεσματική. Ο θεατής τρομάζει γιατί βλέπει την παραμόρφωση της ανάγκης για αγάπη όταν δεν συναντά όρια. Και βλέπει πόσο λεπτή είναι η γραμμή ανάμεσα στην αφοσίωση και στην καταστροφή. Μοναδική μας ένσταση η αλλαγή του τέλους που στρέφει περισσότερο τον καθρέφτη στην εσωτερική αναζήτηση του συγγραφέα και τα δικά του άγχη, παρά στο μετατραυματικό του στρές, την αποτύπωση του οποίου έκανε έξοχα ο Stephen King, στο πραγματικά άψογο ψυχογραφικά τέλος του βιβλίου του.

Συνολικά, το «Misery» στο Θέατρο Άνεσις είναι μια παράσταση που στηρίζεται στις ερμηνείες και στη βαθιά κατανόηση του ψυχολογικού κόσμου των χαρακτήρων, που μας υπενθυμίζουν πως, πολλές φορές, το πιο τρομακτικό στοιχείο δεν είναι αυτό που κρύβεται στο σκοτάδι, αλλά εκείνο που στέκεται ακίνητο στο φως, απροκάλυπτο και αμείλικτα ανθρώπινο. Να τη δείτε.

Συντελεστές

Με τους Φιλαρέτη Κομνηνού και Αναστάση Ροϊλό

Μαζί τους, στο ρόλο του Σερίφη, ο Ευθύμης Χρήστου

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Συγγραφέας: Stephen King
Θεατρική Δισκευή: William Goldman
Σκηνοθεσία: Έλενα Καρακούλη
Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος
Πρωτότυπη Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου
Σκηνογραφία: Εύα Μανιδάκη
Ενδυματολογία: Αλέγια Παπαγεωργίου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασσόπουλος
Κινησιολογία: Φαίδρα Σούτου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Ευθύμης Χρήστου
Βοηθός Σκηνογράφου: Άννα Μπίζα
Βοηθός Ενδυματολόγου: Φλώρα Σαμπροβαλάκη
Φωτογραφία / Trailer: Πάτροκλος Σκαφίδας
Γραφιστική Επιμέλεια: Μαύρα Γίδια
Διεύθυνση Παραγωγής: Ιωάννης Παντελίδης

Σχολιάστε

Θέατρο - mytheatro.gr