fbpx

Αφέντης και Δούλος – Κριτική – Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου

Βαθμολογία Επισκεπτών: 5
  • Κριτική της Παράστασης από την Κάτια Σωτηρίου για το mytheatro.gr

Αγορά Εισιτηρίων Για 2ή χρονιά στο Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου. Για περιορισμένο αριθμό εισιτηρίων!

Το Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου παρουσιάζει το έργο Αφέντης και Δούλος, του Λέοντος Τολστόι, σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη.

Το έργο

Το διήγημα του Λέοντος Τολστόι που γράφτηκε σε μια πολύ δύσκολη οικονομική περίοδο της Ρωσίας 125 χρόνια πριν, είναι ίσως πιο επίκαιρο από ποτέ. Μοιάζει με σύγχρονη παραβολή που μιλά για την αναζήτηση του νοήματος της ζωής. Ένας πλούσιος έμπορος αψηφά τις ακραίες καιρικές συνθήκες και με μοναδικό κίνητρο το κέρδος, αποφασίζει να βγει με τον υπηρέτη του μέσα στη νύχτα για να προλάβει να αγοράσει πρώτος ένα κτήμα σε τιμή ευκαιρίας. Στο δρόμο, εξαιτίας μιας δυνατής χιονοθύελλας, χάνονται στις παγωμένες εκτάσεις της ρωσικής επαρχίας. Οι δύο άντρες βρίσκονται τώρα ανυπεράσπιστοι μπροστά στους κινδύνους της μανιασμένης φύσης.  Ο αφέντης θα προσπαθήσει να σώσει τον εαυτό του αφήνοντας τον δούλο μόνο και αβοήθητο. Πολύ σύντομα όμως θα βρεθεί στην ίδια θέση μ’ αυτόν.

Το θέμα του διηγήματος του Τολστόι “Αφέντης και Δούλος” είναι η πνευματική αλλαγή ενός ανθρώπου που αντιμετωπίζει τον θάνατο και έρχεται σε συμφωνία με την ρηχή φύση της ζωής του και μετατρέπει τις τελευταίες του στιγμές σε στιγμές αξίας. Ο Τολστόι χρησιμοποιεί το κρύο του χειμώνα και τα στοιχεία της φύσης για να ωθήσει τον αφέντη προς αυτόν τον μετασχηματισμό.

Ο Βασίλι και ο Νικήτα βρίσκονται στα αντίθετα άκρα της κοινωνικής κλίμακας και ο καθένας διέπεται από αυτό που τους κρατά στη θέση αυτή -ο Βασίλι από την επιθυμία να είναι στην κορυφή της τάξης του, κάτι που τον αναγκάζει ψυχικά να συνεχίσει το ταξίδι για να ικανοποιήσει την υπερηφάνεια και την απληστία του, και ο Νικήτα πρέπει να υπακούσει τον αφέντη του. Παρόλο που η κοινή λογική του του υπενθυμίζει ότι δεν λειτουργεί συνετά κινείται από την ανάγκη του για υπακοή. Η σχέση μεταξύ του Βασίλι και Νικήτα είναι ίσως ταξικά κλασική, ειδικά για την εποχή του Τολστόι: ο κυρίαρχος και αυταρχικός εργοδότης και ο φτωχός, χωρίς επιρροή, δούλος.

Καθώς η καταιγίδα εντείνεται, ο Βασίλι και ο Νικήτα διαπιστώνουν ότι έχουν χάσει το δρόμο. Το έλκηθρο τους ανατρέπεται, αποπροσανατολίζεται και οι δυο ήρωες αρχίζουν να κρυώνουν στο σημείο της απελπισίας. Αλλά ο Βασίλι δεν βρίσκεται σε αδράνεια, περιμένοντας το θάνατο. Θυμάται όλα αυτά για τα οποία αξίζει να ζήσει και που είναι πιο σημαντικά για αυτόν: τη γη του και τα κέρδη του. Συγκρίνοντας τον εαυτό του με το Νικήτα, που δεν έχει τίποτα, κρίνει ότι η αξία της ζωής του είναι απείρως μεγαλύτερη από αυτήν του υπηρέτη του. Έτσι, ενώ Νικήτα κοιμάται, φεύγει και τον αφήνει να πεθάνει στο χιόνι, λέγοντας: «Είναι το ίδιο, αν ζει ή πεθαίνει.

Είναι όμως η φύση που οδηγεί τελικά τον Βασίλι πίσω στον Νικήτα. Η ίδια η φύση, όπως φαίνεται να προτείνει ο Τολστόι, αντιστρατεύεται τους ιδιοτελείς λόγους που είχαν οδηγήσει το Βασίλι μέχρι στιγμής σε λάθος δρόμο: τον τραβάει πίσω στο συνάνθρωπό του, και ανοίγει το δρόμο για τη χάρη. Βλέποντας το Νικήτα στο χιόνι, ο Βασίλι  κινείται με οίκτο, και κάνει μια επιλογή που πραγματοποιεί μια πλήρη αναδιάταξη της ζωής του, μια επιλογή που δηλώνει αγάπη. Το πρωί, όταν η καταιγίδα υποχωρεί, οι χωρικοί τον βρίσκουν παγωμένο, πάνω από τον Νικήτα που ζει ακόμα. Σε κόστος της ζωής του, θωράκισε τον υπηρέτη του από τη χειρότερη χιονοθύελλα, με μια θυσία που βασίζεται στις βασανιστικές άρσεις βεβαιοτήτων και θέσεων, που μας θυμίζει έντονα την πορεία της συνείδησης μέχρι την η γνώση στη Διαλεκτική Του κυρίου και του δούλου του Χέγκελ. Σκοπός εξάλλου του Τολστόι σε όλη του την πορεία ήταν η αποκατάσταση της ηθικής της αλληλοβοήθειας, που είχε γκρεμιστεί από  την οικονομική εξέλιξη και τον κοινωνικό ταξισμό.

Η παράσταση συνδυάζει έντεχνα στοιχεία αφηγηματικού και δραματουργικού χαρακτήρα. Η διασκευή του Γιώργου Νανούρη, ο οποίος ειδικεύεται πια σε ανεβάσματα έργων που δεν είναι κατά κύριο λόγο θεατρικά, είναι για μια ακόμα φορά εμπνευσμένη και κατορθώνει με ελάχιστα μέσα να μεγιστοποιήσει το συναίσθημα. Η αντίθεση του φωτός και του σκοταδιού, το λευκό του «χιονιού» που πέφτει βίαια, οι λευκές κουρτίνες που σχηματίζουν τελικά τους λόφους χιονιού που θα σκεπάσουν τους δυο ήρωες καταφέρνει όχι μόνο να μεταφέρει το θεατή στην αγριότητα της ρωσικής στέπας, αλλά και να ξεδιπλώσει αβίαστα την πορεία της φυσικής πνευματικότητας των ηρώων μαζί με τη «φύση», τη στιγμή που το πνεύμα προσπαθεί ν’ αποκτήσει την εσώτερη φύση του. Έξοχη δημιουργία εικόνων, που είναι σχεδόν τόσο εύγλωττες και ζωντανές όσο και το κείμενο, σε μια διασκευή που αποπνέει σεβασμό και ευλάβεια για την ατελή ανθρώπινη φύση που προσπαθεί, όμως, να βρει το δρόμο της, οδηγούμενη από το ένστικτο της επιβίωσης στην ηθική και αισθητική αυτοσυντήρηση. Αυτό που έχει καταφέρει ο Νανούρης σκηνοθετικά είναι να δημιουργήσει μια ιδιαίτερα έντονη ατμόσφαιρα, η οποία όμως λειτουργεί καθαρά υποστηρικτικά προς την ουσία του κειμένου, χωρίς την καπελώνει ποτέ. Επιτρέπει στον άνθρωπο να αναμετρηθεί με τη φύση, και κυρίως με την προσωπική του φύση και βιοθεωρία, να σταθεί αδύναμος απέναντι στα γεγονότα και τελικά να αποδεχθεί το λάθος της ιεράρχησης των αξιών του. Τόσο το λογοτεχνικό έργο του Τολστόι, όσο και η θεατρική διασκευή του Νανούρη θέτουν καθαρά στο επίκεντρο τον άνθρωπο που στέκεται με δέος απέναντι στις δυσκολίες, ανεξάρτητα από την οικονομικο-κοινωνική του θέση.

Έτσι, το ταξίδι που ξεκίνησε με σκοπό το υλικό κέρδος, όπως όριζε η ταξική ιεραρχία ολοκληρώνεται με έναν διαφορετικό τρόπο. Η έννοια του κύκλου είναι έντονη στο κείμενο του Τολστόι, κάτι που υποστηρίζει σκηνοθετικά ο Νανούρης με την κυκλική κίνηση του ελκήθρου σαν σε στοπ καρέ. Ο ορίζοντας χάνεται, ο άνεμος στροβιλίζεται γύρω από τους δυο ήρωες, o Βασίλι κάνει κύκλους στο χιόνι μέχρι να οδηγηθεί πίσω στο Νικήτα. Εκεί κάπου ο Νανούρης ενώνει γη και ουρανό, πατώντας πάνω στην ένωση της Ζωής και του Θανάτου στο κείμενο του Τολστόι, δημιουργώντας σπαράγματα λόγου και τραγουδιού μέσα στη θύελλα.

Ο Δημήτρης Λιγνάδης στο ρόλο του Βασίλι είναι στιβαρός, σοβαρός αλλά και έντονα συναισθηματικός. Με τον πλούτο των ερμηνευτικών μέσων που τον διακρίνει εκφράζει την εναλλαγή των συναισθημάτων του ήρωα του, το φόβο του, το πάθος του, και ίσως την ανάγκη να υπερασπιστεί τις αξίες του και τις επιλογές της ζωής του – είναι καταπληκτικός στη σκηνή που περιγράφει τι έχει καταφέρει μόνος του. Και είναι αυτή η επανάληψη του «μόνος μου» που έρχεται να τον τσακίσει τελικά, και να του καταδείξει την αξία του μαζί. Έστω την ύστατη ώρα. Ο Λιγνάδης συγκινεί στην τελευταία σκηνή, με την έκσταση που καταβάλλει τον ήρωα του, κάνοντας τη να φαίνεται τελικά τόσο φυσική, όσο και η χιονοθύελλα που τους περιβάλλει.

Ο Γιώργος Νανούρης στο ρόλο του μουζίκου Νικήτα έχει την πραότητα και ταπεινοφροσύνη που αρμόζουν στον ήρωα του. Έχει αποδεχθεί τις δυσκολίες της ζωής, και είναι πιο ήρεμος απέναντι στις δυσκολίες, γιατί εκ των πραγμάτων αυτές αποτελούν την καθημερινότητα του. Είναι εξαιρετικός αφηγητής ο Νανούρης, όχι μόνο γιατί χρωματίζει το λόγο του σωστά, αλλά και γιατί μπορεί να επικοινωνήσει συναισθηματικά με το κοινό, είτε με το δραματικό είτε με το ελαφρά σκωπτικό ύφος του λόγου. Η ερμηνεία του είναι λιτή, αλλά και εξόχως έντονη όταν χρειάζεται, εκφράζοντας την ειλικρίνεια και ταπεινότητα του Νικήτα, το ρεαλισμό και την πρακτικότητα του, υπηρετώντας απόλυτα τη θεατρική διασκευή.

Εξαιρετικοί οι φωτισμοί του Χρήστου Τζιόγκα και η σκηνογραφική προσέγγιση της Μαίρης Τσαγκάρη ,που συμβάλλουν τα μέγιστα στη δημιουργία της επιθυμητής ατμόσφαιρας, όπως και η μουσική του Λόλεκ που ακολουθεί πλήρως την αισθητική της παράστασης.

Συνολικά η παράσταση είναι ένα εξαίσιο εικαστικό γεγονός αλλά και μια δεξιοτεχνική θεατρική σύλληψη, που σίγουρα θα αποτελέσει σημείο αναφοράς για τη θεατρική σεζόν.  Ο Τολστόι δεν επενδύει στην αληθοφάνεια στο έργο του, αλλά η δύναμη του έργου του φαίνεται στο παράθυρο που αφήνει για το ενδεχόμενο, τη δυνατότητα μεταστροφής. Όπως και ο Νίτσε γράφει για την «αυτοαντίφαση» που βρίσκεται στα θεμέλια του πολιτισμού και που αν κατανοηθεί θα οδηγήσει στην μετατροπή του κυρίου σε δούλο. Και αυτό το παράθυρο που αφήνει η παράσταση, μέσα σε μια ζοφερή για την ανθρωπότητα περίοδο, είναι μια αχτίδα φωτός που χρειαζόμαστε.

Ταυτότητα παράστασης:

Διασκευή-Σκηνοθεσία
Γιώργος Νανούρης
Παίζουν
Δημήτρης Λιγνάδης
Γιώργος Νανούρης
Μουσική
Λόλεκ
Σκηνικά-Κοστούμια
Μαίρη Τσαγκάρη
Φωτισμοί
Χρήστος Τζιόγκας

Εικαστική σύλληψη και επιμέλεια: Γιώργος Νανούρης
Βοηθ. σκηνοθέτη: Δημήτρης Κυπραίος, Αντώνης Κολοβός
Βοηθ. σκηνογράφου: Νατάσα Τσιντικίδη, Σωτήρης Μήτσουλας
Διεύθυνση Παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα
Οργάνωση Παραγωγής: Όλγα Μαυροειδή
Παραγωγός: Γιώργος Λυκιαρδόπουλος

Η Διασκευή είναι βασισμένη στο βιβλίο:
Λέων Τολστόι Αφέντης και υπηρέτης
Μετάφραση από τα ρωσικά: Σταυρούλα Αργυροπούλου
Εκδόσεις Ροές, Αθήνα 2016.

Παραστάσεις

Ημέρες και Ώρες παραστάσεων:

  • Πέμπτη στις 21:00
  • Παρασκευή στις 21:00
  • Σάββατο στις 21:00
  • Κυριακή στις 20:00

1 σκέψη στο “Αφέντης και Δούλος – Κριτική – Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου”

Γράψτε απάντηση στο Γιώργος Ακύρωση απάντησης

Θέατρο - mytheatro.gr