«Όλα ξεκινούν πάντα με έναν πόλεμο», επαναλαμβάνουν τρεις γυναικείες φιγούρες με όψη Σαιξπηρικών μαγισσών, καθώς διασχίζουν τη σκηνή από το ένα σκηνικό στο άλλο. Συνυφασμένες με την υπογραφή της Ariane Mnouchkine , επανέρχονται ως leitmotiv το τρίο από μπαμπα-γιάγκες, τις φανταστικές αυτές μορφές των ρωσικών παραμυθιών, μισομάγισσες και μισογίγαντες. Λειτουργούν ως χορός τραγωδίας, που συμβολίζουν το πεπρωμένο. Εμφανίζονται συχνά στην παράσταση, καθώς το θέμα της αιματοχυσίας επανέρχεται διαρκώς — χωρίς, να εμφανίζεται ποτέ το ίδιο το αίμα επί σκηνής. Ο επιθετικός πόλεμος που διεξάγει η Ρωσία κατά της Ουκρανίας αποτελεί το γεγονός-σκανδάλη του θεάματος της Ariane Mnouchkine και το αντικείμενο της οργής της.
- Κείμενο Κάτια Σωτηρίου
- Ημερομηνία Δημοσίευσης 1/6/2026
Όπως έχει κάνει ήδη σε τρεις παραστάσεις της, η Ariane Mnouchkine επινοεί επάνω στη σκηνή το άβαταρ της: την αγχώδη Cornelia, έναν ρόλο που ερμηνεύεται εκπληκτικά από την ηθοποιό Hélène Cinque. Η Cornelia αναρωτιέται, ενημερώνεται, μπλέκεται με τους τεχνικούς της σκηνής, συζητά με τους χαρακτήρες και απευθύνεται συχνά στο κοινό, για να μοιραστεί την πολύπλοκη διαδικασία γέννησης αυτού του έργου. Έτσι, πάνω στη Μεγάλη Ιστορία της Δύσης, προστίθεται και η ιστορία του Théâtre du Soleil, των θεμάτων του και των αμφιβολιών του. Η παράσταση ξεκινά με την Cornelia, να ρίχνει βροχή από βρισιές σε μια μεγάλη οθόνη που δείχνει το πρόσωπο του Βλαντίμιρ Πούτιν, τη στιγμή που ανακοινώνει την εισβολή στην Ουκρανία. Ξεκινά ξεσπώντας μια τεράστια οργή, η οποία γίνεται η πρώτη πύλη εισόδου στο θεατρικό έργο.
Μια έρευνα γύρω από την Ιστορία απαιτεί διαφορετική στάση από την οργή, και αυτή η ακολουθία σκηνών ξεδιπλώνεται πάνω σε φόντα με υπέροχα ζωγραφισμένα τοπία, δίνοντάς μας την εντύπωση ότι ξεφυλλίζουμε ένα τεράστιο εικονογραφημένο βιβλίο. Αυτό το ταξίδι στον χρόνο μάς μεταφέρει από τα χιονισμένα χαρακώματα του μετώπου σε πανοραμικές εικόνες της πόλης Πετρογκράντ (το παλιό όνομα της Αγίας Πετρούπολης), από το αρχηγείο των μπολσεβίκων στους σταθμούς τους και στο Χειμερινό Ανάκτορο.
Το «Εδώ έχει δράκους» είναι ένα έργο που έχει σχεδιαστεί για να καλύψει πολλαπλές ιστορικές περιόδους. Με τίτλο Πρώτη Εποχή. 1917: Η Νίκη ήταν στα Χέρια μας, η παράσταση αυτού του πρώτου επεισοδίου είναι μια πρώτη εντυπωσιακή κατάδυση στο παρελθόν. Μια αναζήτηση της ανθρώπινης ευθύνης, που λειτουργεί ως πρώτο βήμα για να φωτίσουμε το αβάσταχτο παρόν μας.
Μέσα από μια εικοσάδα περίπου σκηνικών πινάκων, ξετυλιγμένων σαν τις σελίδες ενός βιβλίου Ιστορίας, φέρνει στη σκηνή την αφήγηση ενός λαϊκού κινήματος που σταδιακά κατασχέθηκε από μια μικρή κάστα ηγετών. Η επανάσταση ξεκίνησε στην Πετρούπολη τον Φεβρουάριο του 1917, ως αποτέλεσμα του σφοδρού χειμώνα, της επισιτιστικής κρίσης και της γενικευμένης εξάντλησης που προκάλεσε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η εξέγερση παίρνει γρήγορα μαζικές διαστάσεις και καθημερινά προστίθενται νέες διεκδικήσεις.
Εκεί όπου αρχικά οι γυναίκες και οι εργάτες ζητούσαν ψωμί, σύντομα απαιτούν το τέλος του πολέμου, την παραίτηση του Τσάρου, και ορισμένοι αρχίζουν να οραματίζονται ισότητα, καθολικό δικαίωμα ψήφου και αυτοδιάθεση για τους λαούς της ρωσικής αυτοκρατορίας. Υποστηριζόμενοι από τους στρατιώτες, παρά την αιματηρή καταστολή που διέταξε ο Νικόλαος Β΄, οι διαδηλωτές κερδίζουν τον πρώτο γύρο και, τον Μάρτιο του 1917, βλέπουν την ανάληψη της εξουσίας από μια προσωρινή κυβέρνηση στη θέση του τσαρικού καθεστώτος. Παρά τη δημιουργία σοβιέτ — αυθόρμητων συνελεύσεων εργατών, αγροτών, στρατιωτών και ναυτών —, η αστική τάξη, που καραδοκεί και αντιστέκεται σθεναρά στις λαϊκές διεκδικήσεις, παίρνει σταδιακά τον έλεγχο της εξουσίας και δεν βάζει τέλος στον πόλεμο.
Ταυτόχρονα, οι Γερμανοί, επιδιώκοντας να επιτύχουν ειρήνη στο ανατολικό μέτωπο για να επικεντρώσουν τις δυνάμεις τους στο δυτικό, επιτρέπουν στον μαξιμαλιστή Λένιν να επιστρέψει από την εξορία του στην Ελβετία μέσα σε ένα «σφραγισμένο τρένο», το οποίο φτάνει στις 3 Απριλίου στον σταθμό της Πετρούπολης. Αυτή η επιχείρηση αποσταθεροποίησης του ρωσικού γίγαντα στέφεται με επιτυχία και ρίχνει τη χώρα σε νέα πολιτική αστάθεια, η οποία, μήνα με τον μήνα, προετοιμάζει το έδαφος για την Οκτωβριανή Επανάσταση και το «πραξικόπημα» των μπολσεβίκων.
Πρόκειται για ευκαιρίες να ακουστούν λόγοι του Τσόρτσιλ, του Λένιν, του Τρότσκι, του Στάλιν, του Χίτλερ ή του Γκέμπελς. Κάθε χαρακτήρας φορά μάσκα με το πρόσωπό του και εκφράζεται μέσω ντουμπλαρισμένου λόγου στη δική του γλώσσα. Από τα ρωσικά στα γερμανικά και στα αγγλικά, αυτή η επιλογή διαχωρίζει το σώμα από τον λόγο των ηθοποιών. Ένα πρόσθετο μυστήριο που προσδίδει στη σκηνική παρουσία μια μορφή σύγχρονης θεατρικής γλώσσας, που συνδυάζεται ταυτόχρονα με την αρχαία παράδοση της μάσκας. Αυτή η τεχνική δημιουργεί αρχικά μια τεράστια απόσταση ανάμεσα στην αίθουσα και τη σκηνή. Αυτή η απόσταση έχει ένα σκηνοθετικό ενδιαφέρον, αφού μπορεί να διαβαστεί σαν μια πρόθεση να παρουσιαστούν οι πρωταγωνιστές της ιστορίας σαν μαριονέτες, απλά πιόνια στην υπηρεσία του οράματος της σκηνοθέτιδας και περιορίζονται στο να κουνάνε αόριστα τα χείλη και να χειρονομούν υπερβολικά . Η επιλογή αυτή είναι δίκοπο μαχαίρι: πρέπει να μείνεις πολύ συγκεντρωμένος για να παραμείνεις μέσα στην παράσταση, λόγω του πυκνού λόγου.
Οι σκηνοθετικές ιδέες είναι εξαιρετικά συνεκτικές. Υπάρχει μια δεξιοτεχνία στις αλλαγές σκηνικών που επιβάλλει τον σεβασμό: είναι πολύ απολαυστικό να βλέπεις αυτές τις αλλαγές εικόνων μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα – από αυτή την άποψη είναι ένα πετυχημένο βιβλίο εικόνων.
Ωστόσο, υπάρχει ένα κενό ανάμεσα στον θαυμασμό για την τεχνική αρτιότητα του θιάσου και της διαχείρισης του χώρου – που ανήκει αποκλειστικά στη Mnouchkine που ανανεώνεται και είναι φανταστική στο θέαμα – και την υπερβολικά διδακτική πλευρά του περιεχομένου. Υπάρχει σαφώς μια περιορισμένη, μονοδιάστατη οπτική της Mnouchkine Όλα είναι πολύ ξεκάθαρα, ξέρουμε πού πηγαίνει και πού θέλει να φτάσει, αλλά η σκηνοθετική της πρόταση δεν πείθει ιστορικά και η πολιτική της τοποθέτηση σηκώνει μάλλον αρκετή συζήτηση. Μας λέει ότι οι ρίζες του ρωσικού ιμπεριαλισμού βρίσκονται στην οικειοποίηση της ρωσικής επανάστασης από τους μπολσεβίκους. Αυτός ο μανιχαϊσμός μάλλον δεν την τιμά. Την ίδια στιγμή που καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια να αποδώσει την πολυπλοκότητα αυτής της εποχής στην Ευρώπη, ενώ το σκηνικό της alter ego είναι εκπληκτικό στους διαλόγους του με τους χαρακτήρες, όλη η πολυπλοκότητα εξαφανίζεται με την εμφάνιση των μπολσεβίκων, οι οποίοι παρουσιάζονται εντελώς δαιμονοποιημένοι – ειδικά ο Λένιν παρουσιάζεται πλήρως γελοιοποιημένος.
Διότι πώς να μην το δει κανείς, ότι κουνώντας σαν μαριονέτες τον Λένιν, τον Στάλιν ή τον Τρότσκι, το θέατρο της Mnouchkine στοχοποιεί την κομμουνιστική ουτοπία και, ευρύτερα, κάθε επαναστατικό ιδανικό. Αν και τα εγκλήματα του Στάλιν είναι πια αδιαμφισβήτητα, ποιο νέο, πρωτότυπο φως ρίχνει το θέατρο τηςMnouchkine επαναλαμβάνοντας την παλιά ιδέα της απόλυτης ταύτισης μεταξύ κομμουνισμού και ναζισμού; Επιπλέον, η απόδοση του σταλινικού καθεστώτος στον Λένιν και στον Οκτώβρη του 1917 αποτελεί ένα ιστορικό σφάλμα με συγκεκριμένη ιδεολογική στόχευση.
Στο σύνολο της η παράσταση είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αισθητικά παράσταση, που ωστόσο αδικείται σημαντικά από τη μονοδιάστατη πολιτική προσέγγιση της σκηνοθέτιδας. Πέρα από τον έντονα διδακτικό χαρακτήρα της αφήγησης, η Αριάν Μνουσκίν προτείνει τελικά μια μερική, μεροληπτική και κυρίως απλουστευτική εκδοχή της Ρωσικής Επανάστασης. Σχηματοποιημένη με πλατιές πινελιές, η προσέγγισή της καταλήγει να είναι καθαρά πολιτικά μανιχαϊστική, κυνηγώντας απλώς τους «κακούς» — συνοδευόμενους μάλιστα από σκοτεινή, απειλητική μουσική κάθε φορά που ο Λένιν εμφανίζεται στη σκηνή. Ως μέρος μιας προαναγγελθείσας τριλογίας, σαφώς έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς θα παρουσιαστούν τα επόμενα δυο μέρη, και αν το καταγγελτικό μανιφέστο της Μνούσκιν θα οδηγήσει σε μια πληρέστερη πολιτική εμπειρία.
Παίζουν, με σειρά εμφάνισης στη σκηνή Hélène Cinque, Dominique Jambert, Nirupama Nityanandan, Aline Borsari, Alice Milléquant, Omid Rawendah, Sébastien Brottet-Michel, Seear Kohi, Reza Rajabi, Jean Schabel, Shaghayegh Beheshti, Pamela Marin Munoz, Vincent Mangado, Duccio Bellugi-Vannuccini, Maurice Durozier, Samir Abdul Jabbar Saed, Dimitri Leroy, Andréa Marchant Fernandez, Andréa Formantel Riquelme, Agustin Letelier, Farid Joya, Élise Salmon, Ève Doe-Bruce, Judit Jancsó, Vincent Martin, Seietsu Onochi, Vijayan Panikkaveettil, Xevi Ribas, Ariane Hime, Astrid Grant, Tomaz Nogueira da Gama, Clémence Fougea, Ya-Hui Liang
Ακούγονται οι φωνές των Ira Verbitskaya, Egor Morozov, Judit Jancsó, Martin Vaughan Lewis, Brontis Jodorowsky, Arman Saribekyan, Cyril Boutchenik, Alexey Dedoborsch, Rainer Sievert, Vincent Mangado, Johannes Hamm, Sava Lolov, Sacha Bourdo, Yuriy Zavalnyouk, Anna Kuzina, Θάνου Πρίτσα
Μουσική Clémence Fougea, Ya-Hui Liang
Ήχος Thérèse Spirli με τη Mila Lecornu
Εικόνες Diane Hequet
Φωτισμοί Virginie Le Coënt, Lila Meynard, Noémie Pupier
Ζωγραφική σκηνικών Elena Ant με τη Hanna Stepanchenko
Μεταξωτά Ysabel de Maisonneuve
Μάσκες Erhard Stiefel με τη Simona Vera Grassano
Άλλες μάσκες, μακέτες και αξεσουάρ Xevi Ribas, Miguel Nogueira, Lola Seiler, Sibylle Pavageau
Κοστούμια Marie-Hélène Bouvet, Barbara Gassier, Nathalie Thomas, Annie Tran, Elisabeth Cerqueira Μαθητευόμενη Mina Franceschinis
Περούκες και κομμώσεις Jean-Sébastien Merle
Σκηνικά David Buizard, Sandra Wallach, Aref Bahunar, Naweed Kohi, Antoine Giovannetti, Noël Chambaux, με τους Martin Claude, Clément Vernerey, Pierre Mathis-Aide Μαθητευόμενη Chloé Combes
Ειδικά εφέ Astrid Grant, Andréa Formantel Riquelme, Farid Joya με τις Judit Jancsó και Reza Rajabi
Ιστορικοί σύμβουλοι Galia Ackerman, Stéphane Courtois, Στρατηγός Nicolas Richoux, Στρατηγός Dominique Trinquand
Μετάφραση και διερμηνεία (ρωσικά, ουκρανικά) Arman Saribekyan
Αρχειονόμοι Sébastien Brottet-Michel, Dominique Jambert
Βοηθοί σκηνοθέτριας Alexandre Zloto, Lucile Cocito
Χειρισμός υπερτίτλων Amanda Tedesco
Υπεύθυνος μετακινήσεων επί σκηνής Aline Borsari, με τη βοήθεια του Sébastien Brottet-Michel
Ελληνικοί υπέρτιτλοι Δημήτρης Κοσμίδης
Αγγλικοί υπέρτιτλοι Κωνσταντίνος Τζήκας