Η θεατρική διασκευή του έργου «Ήλιος με Δόντια», σε δραματουργική επεξεργασία της Νεφέλης Μαϊστράλη, σε σκηνοθεσία Θανάση Ζερίτη, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Γιάννη Μακριδάκη, αποτυπώνει με ευαισθησία τον εσωτερικό κόσμο του ήρωα, έναν άνθρωπο εγκλωβισμένο ανάμεσα στη μοναξιά του και στην ανάγκη του για επαφή. Το κείμενο του Μακριδάκη, με την χαρακτηριστική βαθιά ανθρωποκεντρική του ματιά, στηρίζεται σε λεπτές παρατηρήσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς και στην ικανότητα των ηρώων να μεταμορφώνουν την καθημερινότητα σε πεδίο συναισθηματικής δοκιμασίας. Η σκηνική μεταφορά στο Θέατρο Μπέλλος σέβεται αυτή τη λιτότητα και τη στοχαστικότητα, δίνοντας χώρο στις σιωπές και στον εσωτερικό ρυθμό που απαιτεί το έργο.
- Κριτική Κάτια Σωτηρίου
- Ημερομηνία Δημοσίευσης 10/12/2025
- Η παράσταση θα παίζεται στο θέατρο Μπέλλος ως 5/1/2026

«Έχω ένα προαίσθημα πως σήμερα θα πάει η ιστορία ως το τέλος, ναι, ναι…»
λέει και ξαναλέει ο απόκληρος Κωνσταντής· ή «Ιδιώνυμο» ή «η δεύτερη μεγάλη ντροπή του Φρουρίου» , όπως τον ξέρανε στη γειτονιά, στη φτωχιά προκυμαία της Χίου.
Ο Κωνσταντής, ως κεντρικός φορέας της αφήγησης, λειτουργεί στη σκηνή όχι απλώς ως μάρτυρας αλλά ως ζωντανό αποτύπωμα της συλλογικής μνήμης. Η αφήγησή του, σε πρώτο πρόσωπο, τεθλασμένη και γεμάτη εσωτερικές μετατοπίσεις, δημιουργεί ένα σπασμωδικό αλλά γοητευτικό ρυθμό, που στη θεατρική απόδοση μεταφράζεται σε μια συνεχή παλινδρόμηση ανάμεσα στο τότε και το τώρα. Η γλώσσα του, με τους χιώτικους ιδιωματισμούς που τη διατρέχουν χωρίς να την καθιστούν καθαρή ντοπιολαλιά, λειτουργεί ως υλικό υποκριτικής: αποκαλύπτει τον ψυχισμό του προσώπου, την κοινωνική του καταγωγή, τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον κόσμο.
Μέσα από τη δική του φωνή, η Νεφέλη Μαϊστράλη στη δραματουργική επεξεργασία αναπαριστά με εντυπωσιακή καθαρότητα τη ζωή στο λιμάνι της Χίου, από τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα μέχρι τη μέρα του βομβαρδισμού. Η δραματουργική λειτουργία αυτής της αφήγησης δεν είναι απλώς περιγραφική· ο Κωνσταντής μεταμορφώνεται σε φορέα ενός τόπου και ενός χρόνου που διαρκώς επιστρέφει. Η λάσπη, η φτώχεια, ο κοινωνικός περίγυρος, τα σχόλια, δεν λειτουργούν ως σκηνικά στοιχεία, αλλά ως υλικό έντασης που διαπερνά τον σκηνικό χώρο. Η δραματουργία σέβεται απόλυτα τη βαθιά γνώση της ιστορίας της Χίου του Μακριδάκη, και υφαίνει ένα κείμενο που στη σκηνική του μεταφορά απαιτεί, και κερδίζει πράγματι από τη σκηνοθεσία του Ζερίτη λεπτότητα και ακρίβεια, μια διαχείριση της πραγματικότητας όχι ως ντοκουμέντο αλλά ως ζωντανό, ανθρωποκεντρικό τοπίο.

Στην παράσταση, η δραματουργική πολυπλοκότητα του έργου φωτίζεται ακόμη περισσότερο από το σκηνικό εύρημα να ενσαρκώνεται ο Κωνσταντής από δύο ηθοποιούς. Η διπλή αυτή παρουσία δεν λειτουργεί μόνο ως αισθητική επιλογή, αλλά ως κλειδί ανάγνωσης της ίδιας της ψυχολογίας του ήρωα. Ο Κωνσταντής δεν αντιμετωπίζεται ως ενιαία, αδιαπραγμάτευτη ταυτότητα, αλλά ως ένα πρόσωπο που διαρκώς μεταβάλλεται, σκίζεται, επανασυστήνεται μέσα από τις μνήμες του, από την επικοινωνία με τους σημαντικούς ανθρώπους της ζωής του, τα τραύματά του και τις κοινωνικές πιέσεις που τον περιβάλλουν. Σκηνικά, το γεγονός ότι δύο ηθοποιοί ενσαρκώνουν το ίδιο πρόσωπο δίνει μορφή σε αυτή την αντίφαση. Ο θεατής παρακολουθεί έναν άνθρωπο που μοιάζει πάντα «δίπλα» στον εαυτό του. Μια ύπαρξη που παλεύει ανάμεσα στην ανάγκη για ορατότητα και στην ανάγκη για απόκρυψη, ανάμεσα στην επιθυμία για αποδοχή και στον φόβο της τιμωρίας.
Το σημαντικότερο επίτευγμα της παράστασης είναι οι δύο ερμηνείες που τη θεμελιώνουν. Οι ηθοποιοί αναλαμβάνουν ρόλους που κινούνται παράλληλα , αλλά και τέμνονται με υπόγεια ένταση. Ο Γιάννης Λεάκος, που έχει ήδη αποδείξει την ικανότητα του στην αφηγηματική πολυπρόσωπη θεατρική συνθήκη, αποδίδει τον ήρωα του Μακριδάκη με έναν τρόπο συγκινητικά σωματοποιημένο. Κουβαλά την εσωτερική του τρικυμία όχι μόνο μέσα από έντονες εξάρσεις, αλλά με μικρές κινήσεις, αμήχανες παύσεις και ένα βλέμμα που αλλάζει διαρκώς, σαν να διαπραγματεύεται με τον εαυτό του. Η ευθραυστότητα που δείχνει δεν γίνεται ποτέ μελοδραματική. Αντίθετα, δημιουργεί μια βαθιά ταύτιση που σε κάνει να αισθάνεσαι πως παρακολουθείς έναν οικείο άνθρωπο, όχι έναν μυθιστορηματικό ήρωα.
Η ερμηνεία του Παναγιώτη Εξαρχέα λειτουργεί ως καθρέφτης και αντίστιξη φωτίζοντας τις διαφορετικές πτυχές του κεντρικού ήρωα. Η παρουσία του/της προσφέρει και χιούμορ, αλλά και μια γείωση που επιτρέπει στην ψυχή του έργου να αναπνεύσει. Ο Κωσταντής παρουσιάζεται, έτσι, άλλοτε με διάθεση εξωραϊσμού, σχεδόν να προσπαθεί να ελαφρύνει την τραγωδία του και να δικαιολογήσει τη στάση των άλλων απέναντί του· και άλλοτε βυθισμένος στο βάθος του πόνου του, να προσπαθεί να τον σιγήσει με διαρκή “τέλος πάντων”, σαν να επιχειρεί να διακόψει το σκοτάδι που κουβαλά.

Στις σκηνές όπου οι δύο βρίσκονται αντιμέτωποι, η ένταση δεν προκύπτει από μεγάλες δραματικές κορυφώσεις αλλά από την ενέργεια του «ανάμεσα»: τα βλέμματα που διασταυρώνονται, τα μισοτελειωμένα λόγια, τις υπαινικτικές χειρονομίες. Αυτές οι στιγμές αποδεικνύουν πόσο καλά έχουν δουλευτεί οι χαρακτήρες και η μεταξύ τους σχέση. Μαζί δημιουργούν έναν ήρωα που δεν μπορεί να συλληφθεί μονοδιάστατα. Έναν άνθρωπο του οποίου η ταυτότητα είναι ταυτόχρονα διασπασμένη και ενιαία, έναν χαρακτήρα που η κοινωνία του αρνείται τη συνοχή και ο ίδιος παλεύει να την κατακτήσει. Αξιοσημείωτη είναι η ακρίβεια με την οποία οι δυο πρωταγωνιστές υποδύονται και όλα τα υπόλοιπα πρόσωπα της ζωής του Κωνσταντή.
Η σκηνοθεσία του Θανάση Ζερίτη τιμά με σεβασμό, αλλά και χιούμορ, την ιδιαίτερη γραφή του Μακριδάκη, που εμπιστεύεται τους ανθρώπους και τις μικρές αλήθειες τους. Δεν προσπαθεί να την «μεταμορφώσει» σε κάτι βαρύ ή εντυπωσιακό, αλλά την αφήνει να δράσει με τον δικό της τρόπο.
Το αποτέλεσμα είναι μια παράσταση που, ενώ παραμένει λιτή, έχει συναισθηματικό βάθος και δραματουργική καθαρότητα. Το «Ήλιος με δόντια» γίνεται, μέσα από τη σκηνική του εκδοχή, η συνειρμική εξομολόγηση ενός ανθρώπου που χάνει σταδιακά το έδαφος κάτω από τα πόδια του, αλλά και μια ζωντανή καταγραφή των παράπλευρων απωλειών που γεννούν οι ηθικές συμβάσεις μιας κοινωνίας που δεν ανέχεται το διαφορετικό. Και η διάρκεια αυτών των μηχανισμών αποκλεισμού, τόσο στο έργο όσο και στη σκηνή, μοιάζει τελικά ανησυχητικά διαχρονική.
Η ταυτότητα της παράστασης
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Θανάσης Ζερίτης
Δραματουργική επεξεργασία: Νεφέλη Μαϊστράλη
Σκηνικά- Κοστούμια: Γεωργία Μπούρδα
Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Μουσική επιμέλεια/ σύνθεση : Μιχάλης Λατουσάκης, Γιάννης Λατουσάκης
Βοηθός σκηνοθέτη: Αιμιλία Κεφαλά
Κίνηση: Πάνος Τοψίδης
Επικοινωνία: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου | Art Ensemble
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Γραφιστική επιμέλεια/trailer : Θωμάς Παλυβός
Παραγωγή: Εταιρεία Τέχνης Ars Aeterna – Σταμάτης Μουμουλίδης
Ακούγεται ο Δημήτρης Καραμπέτσης και ο Κώστας Φλωκατούλας.
Παίζουν: Παναγιώτης Εξαρχέας, Γιάννης Λεάκος