Την γλυκόπικρη κωμωδία του Εντουάρντο Ντε Φιλίππο «Φιλουμένα Μαρτουράνο» σκηνοθετεί ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος στο Θέατρο Δημήτρης Χορν. Η «Φιλουμένα Μαρτουράνο» είναι ένα έργο που αποτελεί κορυφαίο δείγμα δραματικής γραφής που εισηγείται τον νεορεαλισμό και καθιερώθηκε ταχύτατα, τόσο στο θεατρικό γίγνεσθαι της Ιταλίας όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, με πρώτο ανέβασμά στη Νάπολη (1946).
- Κείμενο Κάτια Σωτηρίου
Ο Ντε Φιλίππο έγραψε τη Filumena Marturano ως φόρο τιμής στην αδερφή του, Titina De Filippo – μια διάσημη Ναπολιτάνα θεατρική ηθοποιό, η οποία ανέλαβε τον ομώνυμο ρόλο στην πρώτη παραγωγή στη Νάπολη το 1946. Μετά από τις πρώτες χλιαρές κριτικές, το έργο σημείωσε μεγάλη επιτυχία, και θεωρήθηκε έργο τόσο σπουδαίο που για πολλά χρόνια μετά την Titina φώναζαν δημόσια στην Ιταλία με το όνομα του χαρακτήρα της και όχι με το δικό της.
Στις φτωχογειτονιές της Νάπολης μας μεταφέρει η υπόθεση του έργου τού Ντε Φιλίππο, όπου ο ευκατάστατος έμπορος Ντομένικο Σοριάνο γνωρίζει σ’ έναν οίκο ανοχής τη νεαρή Φιλουμένα. Την ερωτεύεται, την παίρνει στο σπίτι του και της εμπιστεύεται τη διαχείριση του σπιτιού και της επιχείρησής του. Η Φιλουμένα τον υπηρετεί με πίστη και αφοσίωση, αλλά εκείνος δεν τη θεωρεί άξια να γίνει γυναίκα του. Ύστερα από είκοσι και χρόνια συμβίωσης, ο Σοριάνο ετοιμάζεται να παντρευτεί μια πολύ νεότερή του γυναίκα. Όλα αυτά τα μαθαίνουμε κατά τη διάρκεια του έργου, που ξεκινά τη στιγμή που η Φιλουμένα με ένα τέχνασμα καταφέρνει να παντρευτεί τον Ντομένικο. Εν ολίγοις, είναι η ιστορία μιας γυναίκας που, προσποιούμενη ότι πεθαίνει, καταφέρνει να παντρευτεί τον σύντροφό της.
Αν και κατά την πρώτη ανάγνωση το δράμα φαίνεται απλώς να απεικονίζει μια πρώην πόρνη που θέλει να εξασφαλίσει το δεσμό του γάμου για να προστατεύσει την ίδια και τα τρία παιδιά της, περιλαμβάνει μια σειρά από κίνητρα που καταγγέλλουν την κατάσταση της απώλειας και τα τραύματα της ιταλικής κοινωνίας που προκλήθηκαν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε αυτή την προοπτική οι χαρακτήρες δεν αντιπροσωπεύουν μόνο τους εαυτούς τους, αλλά και διαφορετικά στρώματα της κοινωνίας: την τάξη των διανοούμενων, την εργατική τάξη, και την επιχειρηματική αστική τάξη, αρχικά σε σύγκρουση μεταξύ τους αλλά στη συνέχεια συνεργαζόμενες – η οικοδόμηση μιας νέας ενωμένης οικογένειας/έθνους που συμβολίζεται από τον ρόλο της Filumena: Η Filumena ονειρεύεται να συγκεντρώσει όλη την οικογένειά της όσο η Ιταλία στοχεύει να συγκεντρώσει τους πολίτες της κάτω από μια ενιαία σημαία ώστε να αισθάνονται ξανά ενωμένοι.
Από την πρώτη σκηνή γίνεται αντιληπτή η τραγική συγκίνηση της Φιλουμένα. Είναι μια θαρραλέα γυναίκα, μια μητέρα πολεμίστρια, αποφασισμένη να κάνει τα πάντα για να πετύχει το έργο της. Είναι μια γυναίκα που δεν κλαίει, μακριά από αστικούς κανόνες, τόσο που στην πρώτη σκηνή η Filumena πετάει έναν χείμαρρο λέξεων στον Domenico Soriano, και στη δίνη μιας πραγματικής διακηρυκτικής ανησυχίας, απαριθμεί τις βαριές ταπεινώσεις που έπρεπε να υποστεί σε περισσότερα από 25 χρόνια σχέσης. Από την αρχή, λοιπόν, η Φιλούμενα δεν υπακούει στο στερεότυπο της εποχής της γυναίκας που πρέπει να σιωπά, να ψιθυρίζει, αλλά σίγουρα να μην ουρλιάζει. Η Φιλουμένα ήταν μια πόρνη, μια αόρατη γυναίκα για την κοινωνία της εποχής και κατά τη λαϊκή πεποίθηση είναι σωστό ότι ο Ντον Ντούμι την αντιμετωπίζει με περιφρόνηση και είναι αδιανόητο να την παντρευτεί. Ο Ντε Φιλίππο αντικαθιστά τη φωνή της παραίτησης με τη φωνή της Φιλουμένα που υψώνεται ψηλά και δυνατά και φέρνει στην επιφάνεια τα ξεχασμένα και κρυμμένα πλάσματα της κοινωνίας με την ελπίδα μιας νέας λύτρωσης. Το υπόβαθρο του έργου είναι η μεταπολεμική ιταλική κοινωνία όπου είναι εμφανείς οι πληγές της σύγκρουσης και οι τεράστιες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες που προέκυψαν από αυτήν. Η Filumena ζει σε αυτή τη δύσκολη πραγματικότητα όπου η οικονομική φτώχεια αντιστοιχεί πολύ συχνά στη φτώχεια της στοργής. Μιλώντας για την οικογένειά της, η Filumena περιγράφει ένα σκοτεινό δρομάκι στη δημοφιλή Νάπολη όπου ζούσαν όλοι μαζί σε ένα μεγάλο δωμάτιο σε άθλιες συνθήκες.
Σε αυτή την τραγωδία με αίσιο τέλος, όπως αναφερόταν σε αυτήν συχνά ο ντε Φίλιππο, η Φιλουμένα υποδύεται όλους τους ρόλους μιας γυναίκας: από άπορη έφηβη μέχρι πληρωμένη ερωμένη, ανύπαντρη μητέρα, οικονόμος, εργαζόμενη και τέλος σύζυγος, μητέρα και γιαγιά που καλύπτει έτσι αριστοτεχνικά και πλήρως το αρχέτυπο μιας γυναίκας και μιας μητέρας, όπως εισήχθη από τον ψυχολόγο Jung, ο οποίος το ορίζει ως μια προσχεδιασμένη και προϋπάρχουσα ιδέα που υπάρχει σε όλους τους πολιτισμούς και τις κοινωνίες ως μια συλλογική γενετική κληρονομιά που αποτελείται από πεποιθήσεις, εικόνες και σύμβολα που αποτελούν μέρος του συλλογικού ασυνείδητου. Για το λόγο αυτό, δυο φράσεις χρησιμοποιούνται κατά κόρον στο έργο: τα «παιδιά είναι παιδιά» και ότι η Φιλουμένα είναι μια γυναίκα «που δεν κλαίει ποτέ».
Η Παράσταση
Η σκηνοθεσία του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου είναι γραμμική και εναρμονισμένη με τη βασική συνθήκη του έργου. Ειδικά όμως στο πρώτο μέρος δίνει ιδιαίτερη βάση στο φαρσικό στοιχείο, με χιουμοριστικές σκηνικές υπερβολές, που ναι μεν είναι καλαίσθητες και προκαλούν το μειδίαμα του θεατή, αφαιρούν ωστόσο από το ειδικό βάρος της ιστορίας μιας γυναίκας που δίνει αγώνα να υπάρξει σε μια κοινωνία που την κατακρίνει εξ αρχής. Έτσι, καθώς η σκηνοθεσία προσπαθεί να κρατήσει μια ισορροπία μεταξύ αλέγρου και δραματικού τόνου ο κεντρικός άξονας του έργου μετατοπίζεται από τις προβληματικές οικογενειακές και κοινωνικές δομές και τα στερεότυπα σε μια πιο κωμική ηθογραφία με αίσιο τέλος. Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι κατόρθωσε να συντονίσει τις ερμηνείες των ηθοποιών σε ένα κοινό πλαίσιο, επιτυγχάνοντας μια ακόμα μεγάλη στιγμή της Μαρίας Ναυπλιώτου.
Οι ερμηνείες των βασικών πρωταγωνιστών, Ναυπλιώτου και Ηλία, είναι έξοχα ρεαλιστικές, οι δε καταστάσεις που προκύπτουν από την σύγκρουση του ζευγαριού είναι ανθρώπινες και συγκινητικές. Για να φθάσει μια ηθοποιός σε ένα εντυπωσιακό υποκριτικό αποτέλεσμα ως Φιλουμένα πρέπει να διαθέτει σημαντικά προσόντα: μπρίο, χιούμορ, αμεσότητα, εσωτερικότητα, δραματικότητα, σφριγηλότητα. Και η Μαρία Ναυπλιώτου πραγματικά εντυπωσιάζει, καθώς καταφέρνει όχι απλά να ξεπεράσει την έμφυτη αριστοκρατικότητα και φινέτσα της, αλλά να σαρώσει τη σκηνή ως μια φλογερή και λαϊκή Ναπολιτάνα, χειραφετημένη, ρημαγμένη, αλλά και ενδόμυχα σε ανάγκη σταθερότητας. Στο δεύτερο μέρος η ερμηνεία της απογειώνεται, όταν η αξιοπρέπεια της ηρωίδας της συναντά τις ρωγμές και τα πιο βαθιά στοιχεία του γυναικείου αρχέτυπου που υποδύεται. Είναι μια ακόμα ερμηνεία που αποδεικνύει την ευρύτητα της ερμηνευτικής γκάμας της Ναυπλιώτου και την εξαιρετική εξέλιξη της τα τελευταία χρόνια στο θεατρικό σανίδι.
Ο Μελέτης Ηλίας με το εύστοχο υποκριτικό του χιούμορ, αλλά και την εσωτερικότητα και συγκίνηση όπου χρειαζόταν έδωσε έναν πολύ προσιτό και απόλυτα προσαρμοσμένο στη σκηνοθετική γραμμή Ντομένικο. Αξίζει να σημειωθεί και η εξαιρετική του χημεία με την Ναυπλιώτου, απότοκος και της συνεργασίας τους και σε παλαιότερες παραστάσεις.
Η πάντα εξαιρετική Πηνελόπη Μαρκοπούλου ερμηνεύει την πιστή Ροζαλία, με τρυφερότητα και μέτρο, η κωμικής άνεσης Νεφέλη Μαιστράλη τη λαϊκή υπηρέτρια Λουτσία, και ο Κωνσταντίνος Γαβαλάς στο ρόλο του Αλφρέντο Αμορόζο, συντονίζεται επιτυχημένα με τον σχεδόν φαρσικό τόνο της σκηνοθεσίας. Με έντονη κωμική χροιά στα όρια της ελεγχόμενης υπερβολής η ερμηνεία της Ιωάννας Τζίκα ως μέλλουσας συζύγου του Ντομένικο.
Στους ρόλους των τριών γιών οι Βασίλης Ντάρμας, Βασίλης Μηλιώνης, Βαγγέλης Δαούσης, φέρνουν τη νεανική φρεσκάδα και χιούμορ που απαιτούν οι ρόλοι τους.
Εντυπωσιακό το σκηνικό της Ηλένιας Δουλαδίρη , και η αποδόμηση του που στο τέλος σηματοδοτεί την νέα συνθήκη και τα συναισθήματα του ζευγαριού. Λειτουργικοί ως επί το πλείστον οι φωτισμοί της Σοφίας Αλεξιάδου, αν και υπήρχαν στιγμές που σημεία της σκηνής ήταν μάλλον παράταιρα φωτισμένα.
Στο σύνολο της η Φιλουμένα Μαρτουράνο στο θέατρο Χόρν είναι ένα έργο λαϊκού θεάτρου, απλό, κατανοητό, ρεαλιστικό, με απήχηση στο ευρύ κοινό και πολύ συναισθηματικό, που ευτυχεί να έχει μια ιδιαίτερα γοητευτική Μαρία Ναυπλιώτου που κυριαρχεί στη σκηνή και συγκινεί τους θεατές.
Μετάφραση: Ειρήνη Μποζοπούλου
Δραματουργική επεξεργασία – Σκηνοθεσία: Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος
Σκηνικά- Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη
Σχεδιασμός Φωτισμών: Σοφία Αλεξιάδου
Μουσική: Πάνος Γκίνης
Βοηθοί σκηνοθέτη: Θάλεια Γρίβα, Κατερίνα Λούβαρη Φασόη
Βοηθός σκηνογράφος: Δημήτρης Μέντες
Βοηθός ενδυματολόγος: Αντίς Ντεσού
Διεύθυνση παραγωγής: Έφη Πανουργιά
Εκτέλεση παραγωγής: Γιάννης Κουλούρης
Social Media -Διαφήμιση: Renegade Media / Βασίλης Ζαρκαδούλας
Γραφείο Τύπου – Επικοινωνία Μαρία Τσολάκη
Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
Video/trailer : Μιχαήλ Μαυρομούστακος
Διανομή
Φιλουμένα Μαρτουράνο – Μαρία Ναυπλιώτου
Ντομένικο Σοριάνο – Μελέτης Ηλίας
Ροζαλία Σολιμένε – Πηνελόπη Μαρκοπούλου
Αλφρέντο Αμορόζο – Κωνσταντίνος Γαβαλάς
Λουτσία – Νεφέλη Μαϊστράλη
Ντιάνα – Ιωάννα Τζίκα
Ουμπέρτο – Βασίλης Ντάρμας
Ρικάρντο – Βασίλης Μηλιώνης
Μικέλε – Βαγγέλης Δαούσης